Ὀργάνωση ἑσπερινοῦ κηρύγματος καί κύκλου συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς. Του Πρωτ. Δημητρίου Κατούνη, Εφημερίου Ι.Ν. Αναλήψεως του Χριστού Βόλου

Πέμπτη, 1 Οκτώβριος 2015

Ἀπό τίς πλέον σημαντικές διακονίες τοῦ ἱερατικοῦ ὑπουργήματος εἶναι ἡ διδασκαλία. Θύτης, πατέρας καί διδάσκαλος εἶναι τά τρία κληρονομικά χαρίσματα πού παραλαμβάνει ὁ κάθε κληρικός μέ τή χειροτονία του ἀπό τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μέσ' ἀπό τά χέρια τοῦ ἐπισκόπου, πού τά τοποθετεῖ στό κεφάλι του ἐκείνη τή μυστηριακή καί ὑπερβατική ὥρα τῆς χειροτονίας, ὁ νεοχειροτονημένος γίνεται εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι θύτης καί θῦμα, εἶναι βασιλέας καί πατέρας, εἶναι προφήτης καί διδάσκαλος. Ὁ ἱερέας, ὡς ζωντανή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἐκτός ἀπό θύτης τοῦ οὐρανίου Ἀμνοῦ καί πατέρας τῆς κοινότητος τῶν πιστῶν, καλεῖται νά γίνει καί διδάσκαλος τοῦ ἀληθινοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Στή Θεία Λειτουργία, πού ἐπιτελεῖται ἀπό τά ἱερατικά χέρια, ἐνσαρκώνεται ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί μοιράζει τή Σάρκα Του στούς προσερχομένους «μετά φόβου, πίστεως καί ἀγάπης». Στήν ἱερατική πατρότητα ἐνσαρκώνεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους. Στό πρόσωπο τοῦ ἱερέως οἱ πιστοί βλέπουν τίς ἐνέργειες ἑνός Θεοῦ πού εἶναι ἕτοιμος νά κάνει τά πάντα γιά ἐκείνους. Μέσω τῆς ἱερατικῆς διδασκαλίας ἐπιτελεῖται μία ἀκόμη σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ κατέρχεται ὅχι μόνο στή γῆ, ἀλλά εἰσέρχεται καί στίς καρδιές τῶν πιστῶν καί κυριεύει ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή τους μέσ' ἀπό τήν ἀκρόαση τῆς διδασκαλίας τοῦ θελήματός Του. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά σωθοῦμε ὅλοι καί «εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Αὐτό τό θέλημα ὁ διδάσκαλος ἱερέας ἔρχεται καθημερινά νά τό σπείρει στίς καρδιές τῶν παιδιῶν του σάν τόν καλό γεωργό πού σπέρνει τό χωράφι του. Ἡ κατανόηση αὐτῆς τῆς ὑψίστης ἀποστολῆς εἶναι βασικό στοιχεῖο τῆς ἱερατικῆς αὑτοσυνειδησίας. Τό «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη», πού λέει ὁ Χριστός στούς μαθητές Του, τό λέει καί στούς διαδόχους τους, δηλ. σέ ὅλους μας. Αὐτός ὁ λόγος τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας πρέπει νά ἠχεῖ διαρκῶς στά αὐτιά μας, διότι ἀλλιῶς εἴμαστε ἀνάξιοι τοῦ χαρίσματός μας καί ἐπιλήσμονες τῆς ἀποστολῆς μας.

          1. Προϋποθέσεις στή διακονία τοῦ λόγου.

          Α) Γενική παιδεία.

          Γιά νά ἐπιτελέσουμε λοιπόν σωστά καί ἀποδοτικά τή διακονία τοῦ κηρύγματος καί τῆς διδασκαλίας χρειάζεται νά ἔχουμε ὑπ' ὄψιν μας μερικά πράγματα. Πρῶτον, νά λαμβάνουμε συνεχῶς μία γενική καλλιέργεια πολιτισμοῦ καί γνώσεων. Ὁ ἱερέας, χωρίς νά κάνει τόν εἰδικό, πρέπει νά ἔχει μερικές γενικές γνώσεις γιά ὅλα τά θέματα τῆς ζωῆς. Μέσα στό μυαλό του πρέπει νά ὑπάρχει ἐκεῖνο τό πολιτιστικό ὑπόβαθρο μέ τό ὁποῖο θά μπορεῖ νά ἐκτιμήσει καί νά τοποθετηθεῖ εὔστοχα σέ κάθε ἀνθρώπινη ἐπίδοση. Ἀποφεύγοντας τήν ἐπικίνδυνη ἐκκοσμίκευση πρέπει νά γνωρίζει τά θέματα τοῦ κόσμου. Αὐτή ἡ γνώση θά τοῦ ἐπιτρέψει νά ἔχει πολλά σημεῖα ἐπαφῆς μέ τούς ἀνθρώπους καί θά τόν βοηθήσει νά δείχνει τήν ἀγάπη του γιά ἐκείνους μέσ' ἀπ' αὐτά τά σημεῖα ἐπικοινωνίας. Εἶναι ἀνεπίτρεπτο ὁ ἱερέας νά ἀδιαφορεῖ ἤ νά κοροϊδεύει κάποιους τομεῖς τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ὁ ἱερέας εἶναι πατέρας καί γιά τόν ἐπιστήμονα καί γιά τόν καλλιτέχνη καί γιά τήν ἁπλή νοικοκυρά καί γιά τό μικρό παιδάκι. Θά σταθεῖ κοντά στόν καθένα μέ τίς ἀνάλογες γνώσεις. Ἄν δέν φροντίζει γι' αὐτό συνεχῶς, θά περιπέσει σέ μία πολιτιστική καθυστέρηση, ἡ ὁποία θά τόν ὁδηγήσει σέ μία κοινωνική ἀπομόνωση. Ὡς ἱερεῖς δέν πρέπει νά κάνουμε τόν εἰδήμονα σέ θέματα στά ὁποῖα εἴμαστε ἡμιμαθεῖς, διότι αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ στή γελοιότητα. Μέ τό νά δείχνουμε ὅμως πώς εἴμαστε φιλομαθεῖς καί πώς μᾶς ἐνδιαφέρει συνεχῶς νά δοῦμε καί νά μάθουμε κάτι καινούριο γινόμαστε ἑλκυστικοί.

          Β) Θεολογική παιδεία.

 Δεύτερον, γιά νά ἐπιτελέσουμε σωστά τή διακονία τοῦ κηρύγματος καί τῆς διδασκαλίας, χρειάζεται νά μελετοῦμε τό περιεχόμενο αὐτῶν πού θά διδάξουμε. Εἶναι παράλογο κάποιος νά γίνει διδάσκαλος, ἄν πρῶτα δέν ἔχει γίνει πολύ καλός μαθητής. Στά θέματα τοῦ κόσμου μποροῦμε νά εἴμαστε ἡμιμαθεῖς. Ἡ σωστή μας τοποθέτηση πάνω σ'αὐτά τά θέματα μᾶς κάνει ἑλκυστικούς, ἀλλά καί ἡ ἄστοχη δέν μᾶς κάνει ἐπικίνδυνους. Στά θέματα τῆς πίστεως ὅμως εἴμαστε οἱ εἰδικοί! Ἐδῶ δέν μποροῦμε νά ἔχουμε πλημμελεῖς γνώσεις, ἀλλά δυνατές, στερεωμένες, πλούσιες, πού νά ἔχουν βάθος καί νά ἀποδίδονται μέ τό σωστό τρόπο. Εἶναι μεγάλη προσβολή νά συλλαμβανόμαστε ἀδιάβαστοι σέ θέματα πίστεως. Βεβαίως κανείς δέν τά ἔμαθε ὅλα τήν ἡμέρα τοῦ τοκετοῦ του. Ὅλοι τά μαθαίνουμε ὅλα σιγά σιγά στήν πορεία τῆς ζωῆς μας. Ἀλλά αὐτό τό σιγά σιγά δέ μπορεῖ νά εἶναι καί πάρα πολύ σιγά, διότι θά τελειώσουμε μέ τό μέτρημα τῶν ἡμερῶν τοῦ βίου μας κι ἐμεῖς ἀκόμη θά παραμένουμε στήν παχυλή ἄγνοια. Εἶναι αὐτονόητο πώς ἡ ἐκμάθηση τῆς πίστεως θέλει κόπο καί μελέτη. Ὅλοι οἱ τρόποι πού μᾶς βοηθοῦν σ' αὐτή τήν ἐκμάθηση εἶναι εὐλογημένοι. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν πατερικῶν κειμένων καί τῶν σοβαρῶν θεολογικῶν συγγραμμάτων, τό ἄκουσμα κηρυγμάτων μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, ἡ συμμετοχή καί πρόκληση ὡραίων πνευματικῶν συζητήσεων μέ ἐμπειρότερους ἀπό ἐμᾶς πατέρες καί διδασκάλους, ἡ ἀναζήτηση σωστῶν καί φερέγγυων ἱστοσελίδων στήν ἀπέραντη περιοχή τοῦ διαδικτύου καί ἡ ἐσωτερική ἀδολεσχία μέ τή βοήθεια πνευματικοῦ ὁδηγοῦ θά μᾶς βοηθήσουν νά ἐμπλουτίζουμε τίς γνώσεις μας στήν πίστη. Ὅσο πλουτίζουμε ἐσωτερικά, τόσο ἀποφεύγουμε τίς μονομέρειες, τούς φανατισμούς, τίς ἀρρωστημένες κάστες, τίς μαγικές λύσεις, τίς ἀνόητες καί πολλές φορές ἀνεγκέφαλες ἀπόψεις, τή σκληρότητα καί τήν ἀδικαιολόγητη αὐστηρότητα στούς ἀνθρώπους. Ὅσο πλουτίζουμε ἐσωτερικά, τόσο μποροῦμε νά δίνουμε καί πιό πολλά. Συμβαίνει μάλιστα καί τό ἑξῆς ὀξύμωρο: ὅσο δίνουμε πιό πολλά, τόσο πλουτίζουμε ἐσωτερικά καί εἴμαστε σέ θέση νά δώσουμε ἀκόμη περισσότερα. Ἄς μελετοῦμε λοιπόν τό Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν ὁποῖο πρόκειται νά κηρύξουμε, γιά νά μήν ἰσχύσει γιά μᾶς τό τοῦ Μενίππου: «οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος» (Λουκιανός, Νεκρικοί διάλογοι 231, 2.1).

Γ) Προσωπικό παράδειγμα.

Τρίτον, γιά νά ἐπιτελέσουμε σωστά τή διακονία τοῦ κηρύγματος καί τῆς διδασκαλίας χρειάζεται νά ζοῦμε αὐτά πού διδάσκουμε. Ἐμεῖς δέν καλούμαστε νά παρουσιάσουμε στούς ἀκροατές μας διάφορες «ἀμπελοφιλοσοφίες», ἰδεοληψίες, θεωρίες καί ἀτελείωτες εὐάκουστες καί εὐάρεστες ἀοριστολογίες. Ἐμεῖς διδάσκουμε «ρήματα ζωῆς καί σωτηρίας». Ἡ δική μας διδασκαλία εἶναι ἡ παρουσίαση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Ἔχουμε τήν ὑψίστη ἀποστολή νά ἐλευθερώσουμε τούς ἀνθρώπους ἀπ' ὅλες ἐκεῖνες τίς ἀπόψεις πού τούς κάνουν νά νομίζουν πώς ἡ ἀληθινή ζωή βρίσκεται ἐδῶ, στά πράγματα, στίς ἐπιδόσεις καί στά κατορθώματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Μέ τά λόγια μας ἐρχόμαστε νά δώσουμε στούς πιστούς νά καταλάβουν πώς ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι ὁ Χριστός καί πώς μόνον ὁ ἑνωμένος μαζί Του ἄνθρωπος ζεῖ ἀληθινά. Ἡ ζωή χωρίς τό Χριστό εἶναι μία ψευδαίσθηση ζωῆς. Εἶναι ἕνα θλιβερό γρήγορο χωμάτινο πέρασμα ἀπό τή λάσπη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, χωρίς νόημα καί χωρίς σκοπό, ἀφοῦ κάθε ἀνθρώπινο κατόρθωμα χωρίς Χριστό εἶναι καταδικασμένο νά σκεπαστεῖ ἀπό τήν ταφόπλακα τοῦ χρόνου καί τοῦ θανάτου. Τελικά αὐτό πού καλούμαστε νά διδάξουμε εἶναι τό παράδειγμά μας καί τά παραδείγματα τῶν ἁγίων μας. Ὅταν τά λόγια μας δέν ἔχουν ἀντίκρισμα στή ζωή μας, τότε εἶναι κούφια, κουραστικά καί ξεχνιοῦνται ἀμέσως. Ὅταν ἄλλα λέμε καί ἄλλα κάνουμε, οἱ ἄνθρωποι τό διαισθάνονται, ἀκόμη καί ἄν δέ μᾶς τό λένε. Τότε μᾶς διαγράφουν καί μαζί μέ μᾶς διαγράφουν καί αὐτό πού ἐκπροσωποῦμε, δηλ. τό Εὐαγγέλιο καί τό Χριστό. Ἄς μήν ξεχνοῦμε πώς «ὅς ἄν ποιήσῃ καί διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5, 19). Ἄρα πρέπει νά προηγεῖται ἡ ζωή μας καί ν' ἀκολουθεῖ ἡ διδασκαλία μας. Μόνον ὡς μιμητές τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νά γίνουμε διδάσκαλοι τῶν λόγων Του.

 Ἡ ζωή μας θά προσδιορίσει καί τό περιεχόμενο τῆς διδαχῆς μας. Νά ὁμιλοῦμε μόνον γιά ἐκεῖνα πού ζοῦμε. Νά μήν ὁμιλοῦμε γιά πράγματα τῶν ὁποίων δέν ἔχουμε δοκιμάσει τήν ἐμπειρία, γιατί τότε εἴμαστε ἐπικίνδυνοι, ἀκατάλληλοι καί κουραστικοί ὁμιλητές. Ἄν ζοῦμε λίγα ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, μήν ἀπογοητευόμαστε. Λίγο νά ὁμιλοῦμε. Ἀρκεῖ αὐτό πού διδάσκουμε νά τό ἔχουμε ζήσει πρῶτα. Σημασία δέν ἔχει ὁ πλοῦτος τόν λόγων μας. Σημασία ἔχει ἡ αὐθεντικότητα τῶν λόγων μας, ἡ ὁποία ἐξασφαλίζεται, ὅταν αὐτά πηγάζουν ἀπό τή ζωή μας καί εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς μικρῆς ἤ μεγαλύτερης ἐμπειρίας μας. Μιμούμενοι, ἔστω καί ἀνεπιτυχῶς τόν Ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ἄς ποῦμε πώς εἴμαστε σάν τούς ἐρωτευμένους πού πρῶτα ποθοῦν καί πάσχουν γιά τό ἀγαπημένο τους πρόσωπο καί μετά τό παρουσιάζουν στούς ἄλλους. Καί ὅσο πιό πολύ τό ποθοῦν τόσο καί πιό πειστικά τό παρουσιάζουν. Τό πάθος μας γιά τό Χριστό καί ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ ἄς καθοδηγεῖ καί τό κήρυγμά μας.

Γ1) Μετάνοια.

Μία ἄλλη προέκταση τοῦ θέματός μας ἔχει νά κάνει καί μέ τό περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας μας. Τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ἔχει ὡς πρῶτο καί κεντρικό περιεχόμενο τή μετάνοια. Ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ζωή μέ τό Χριστό ξεκινάει μέ τή μετάνοια. Ἕνα κήρυγμα πού δέν ἐμπεριέχει τό μεγάλο δρᾶμα τῆς μετάνοιας εἶναι ἠθικιστικό καί ἄνοστο. Ἡ δύναμη τοῦ κηρύγματος μετριέται μέ τή δύναμη τῆς μετανοίας πού κουβαλάει μέσα του. Αὐτή ἡ ἐσωτερική μυστική μετάνοια, πού ἀθόρυβα διατρέχει τό ὀρθόδοξο κήρυγμα, εἶναι ἡ μετάνοια πού βιώνει ὁ κήρυκας καί διδάσκαλος. Ἡ μετάνοια εἶναι τρόπος ζωῆς καί ὑποταγή ἐν ἐλευθερίᾳ σέ συγκεκριμμένο πνευματικό. Ὁ ἱερέας πού θά μείνει χωρίς πνευματικό θά ἔχει μείνει καί χωρίς ὁδηγό. Εἶναι ἐπικίνδυνο νά ὁδηγεῖ κάποιος τούς ἄλλους σ' ἔνα ἄγνωστο μονοπάτι, γιά τό ὁποῖο δέ βρῆκε ὁδηγό νά τοῦ τό διδάξει. Ὅσοι ὁμιλοῦν χωρίς νά ἔχουν πνευματικό πελαγοδρομοῦν ἀπό πλάνη σέ πλάνη καί ἀπό κενότητα σέ κενότητα. Ἀκόμη καί ἄν ὁ πνευματικός μας εἶναι ὁ χειρότερος καί πιό ἀνόητος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, ἡ ὑπακοή μας θά ἑλκύσει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, διότι γεννάει μέσα μας τήν ταπείνωση καί ὁ Θεός στούς ταπεινούς δίνει τή χάρη Του, ἐνῶ στούς ἐγωϊστές στέκεται ἀντίπαλος. Οἱ διδασκαλίες πού προέρχονται ἀπό στόματα καθοδηγούμενων εἶναι οἱ πλέον κατάλληλες καί γιά νά καθοδηγήσουν.

Δ) Προσευχή.

Τέταρτον, ἀλλά πιό σημαντικό ἀπ' ὅλα, χρειαζόμαστε προσευχή θερμή καί συθέμελη, γιά νά ἐπιτελέσουμε σωστά τή διακονία τοῦ κηρύγματος καί τῆς διδασκαλίας τοῦ Θείου Λόγου. Δέν γίνεται νά μιλήσουμε γιά τό Θεό, ἄν δέ μιλήσουμε πρῶτα μέ τό Θεό. Ἡ ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους καί τοῦ θείου φωτισμοῦ θά ὁδηγήσει τό κήρυγμα καί τή διδασκαλία στό σωστό περιεχόμενο καί στό σωστό τρόπο. Ἡ διδασκαλία πού εἶναι ἀποτέλεσμα προσευχῆς ἔχει πληρότητα, εἶναι διαχρονική καί ἔχει προσωπικό προσανατολισμό καί ἀντίκτυπο. Εἶναι μία διδασκαλία κατάλληλη γιά κάθε ἄνθρωπο, ὅπου κι ἄν βρίσκεται καί σέ κάθε ἐποχή. Ἡ προσευχή δίνει στή διδασκαλία ἐσωτερική δύναμη καί τήν κάνει γόνιμη. Μέ τήν προηγηθεῖσα προσευχή ἡ διδασκαλία μπορεῖ νά βλαστήσει καί νά καρποφορήσει σάν τό γόνιμο σπόρο, πού κουβαλάει μυστικά μέσα του τή δύναμη τῆς ζωῆς. Ἡ προσευχή καθορίζει τό dna τοῦ κηρύγματος. Ἄν δέν θέλουμε ἡ διδασκαλία μας νά εἶναι «ἔπεα πτερόεντα», λόγια τοῦ ἀέρα, τότε πρίν ἀπ' αὐτή θά κάνουμε μία συνομιλία μέ τό Θεό. Σ' αὐτή τή συνομιλία θά ἐκφράζουμε τήν ἀδυναμία μας, τήν πενία μας, τήν ἁμαρτωλότητά μας, τούς φόβους καί τά ἄγχη μας καί θά ζητᾶμε τό φωτισμό καί τή δύναμή Του. Σ' αὐτή τήν προσευχή θά ἐκφράζουμε μέ εἰλικρίνεια τίς προθέσεις μας, χωρίς μασκαρέματα καί ψευτοταπεινώσεις καί θά ζητᾶμε νά τίς καθαρίσει. Στήν προσευχή πρίν ἀπό τή διδασκαλία θά μιλήσουμε στό Θεό καί γιά τούς ἀκροατές μας, πού εἶναι τά παιδιά μας. Θά Τοῦ ζητήσουμε νά ἀνοίξει τίς πνευματικές τους αἰσθήσεις, γιά νά δεχτοῦν τά δικά μας λόγια εὐχάριστα καί νά βροῦν μέσα σ' αὐτά τό δικό Του θέλημα καί νά τούς δώσει τή δύναμη νά τό ἐφαρμόσουν στή ζωή τους, ἔτσι ὥστε τό θέλημά Του νά γίνει ἡ κοινή ζωή καί σωτηρία ὅλων μας.

Μ' αὐτές τίς τέσσερις προϋποθέσεις θά προχωρήσουμε στή διακονία τοῦ λόγου καί τοῦ κηρύγματος, χωρίς ἐκπτώσεις καί συμβιβασμούς. Τίς παρουσιάσαμε κατά τό μέγεθος τῆς σημασίας τους. Μέσα σ' αὐτές θά διακρίνουμε ἕναν καθρέπτη, στόν ὁποῖο θά ἀντικατοπτρίσουμε τόν ἑαυτό μας. Ὅπου διαπιστώσουμε ἐλλείμματα, δέν πρέπει νά στεναχωρηθοῦμε, ἀλλά νά χαροῦμε, διότι θά ξέρουμε πλέον σέ ποιόν τομέα καλούμαστε νά δουλέψουμε. Ὅσο ζοῦμε θά δουλεύουμε γιά νά καλύπτουμε τά ἐλλείμματα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Τό Παντοδύναμο Ἅγιον Πνεῦμα μέ τή δική μας συγκατάνευση, ἡ ὁποία θά ἐκφράζεται ἐμπράκτως μέ τήν προσωπική μας ἐργασία καί κούραση, θά ἔρχεται νά ἀναπληρώνει τά «ἐλλείποντα», νά θεραπεύει τά «ἀσθενοῦντα» καί νά φωτίζει τά σκοτεινά κομμάτια τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὥστε νά καθιστάμεθα λαμπροί διδάσκαλοι τοῦ ζωντανοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ὁδηγοί ὄχι τυφλοί ἀλλά φωτισμένοι, ἰατροί θεραπευμένοι, ψαράδες ἐλλιμενισμένοι, ποιμένες ἄμισθοι καί ἀληθινοί, πατέρες ἀγαπῶντες καί θυσιαζόμενοι γιά τά παιδιά μας, ἄξιοι υἱοί ἑνός Πατέρα καί Ἀδελφοῦ, σταυρωμένου, ἀναστημένου καί λυτρωτοῦ.

2. Διάκριση ἑσπερινοῦ κηρύγματος καί κύκλου συμμελέτης Ἀγίας Γραφῆς.

Κατ' ἀρχήν θά πρέπει νά κάνουμε μία σημαντική διάκριση, προκειμένου νά ὀργανώσουμε σωστά τόν τρόπο τῆς διδασκαλίας μας πρός τούς πιστούς. Θά πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε ἄν αὐτό πού θέλουμε νά κάνουμε θά εἶναι ἑσπερινό κήρυγμα ἤ θά εἶναι κύκλος συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς. Ἄλλο εἶναι τό ἑσπερινό κήρυγμα καί ἄλλο εἶναι ὁ κύκλος συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς.

 Τό ἑσπερινό κήρυγμα εἶναι μία ὁμιλία πού ἀπευθύνεται σ' ἕνα κοινό ἀρκετά μεγάλο, χωρίς διάλογο. Ἄν ὑπάρχει τό κατάλληλο ἐπίπεδο, δίνουμε ἕνα πολύ μικρό χρονικό περιθώριο ὑποβολῆς ἐρωτήσεων καί ἀπαντήσεων. Στό ἑσπερινό κήρυγμα ὅλοι οἱ ἀκροατές μας εἶναι καθιστοί καί τό κάνουμε μέσα στό Ναό ἤ σέ κάποια αἴθουσα. Ἡ χρονική του διάρκεια εἶναι ἀνάμεσα στά σαράντα μέ ἑξῆντα λεπτά τῆς ὥρας μέ πιό κατάλληλη διάρκεια τά τρία τέταρτα. Μετά τά σαρανταπέντε λεπτά οἱ ἀκροατές μας ἀρχίζουν νά κουράζονται, ἀκόμη κι ἄν δέν εἶναι ὄρθιοι. Μόνο ἕνα ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρον θέμα ἤ ἕνα ἰδιαίτερο χάρισμα στό λόγο μπορεῖ νά μᾶς ἐπιτρέψει νά ἐπιμηκύνουμε τό λόγο. Στό ἑσπερινό κήρυγμα πηγαίνουν οἱ ἄνθρωποι, γιά ν' ἀκούσουν ἕνα θέμα νά ἀναπτύσσεται μέ ἐνάργεια καί διεξοδικότητα. Τό ἑσπερινό κήρυγμα ἀπαιτεῖ ἕνα διδάσκαλο μέ ἰκανότητα στόν προφορικό λόγο, μέ ζωντάνια καί ἔνταση, ἔτσι ὥστε νά κρατάει τό κοινό του εὐχάριστα.

Ὁ κύκλος συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς ἀποτελεῖται ἀπό μικρό ἀκροατήριο, τό ὁποῖο φτάνει μέχρι τούς τριάντα ἀνθρώπους. Ὁ ἀριθμός τῶν ἀνθρώπων πού ἀποτελοῦν τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς ἐπιτρέπει τήν ἀνάπτυξη τοῦ διαλόγου καί τῆς διαπροσωπικῆς ἐπαφῆς καί ἀπαιτεῖ ἕναν κυκλάρχη μέ ἰκανότητα ἐπικοινωνιακή. Στόν κύκλο συμμελέτης ὑπάρχει ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς καλῆς παρέας, τῆς φιλικότητας καί τῆς ἀμοιβαίας οἰκοδομῆς. Τό θέμα ἀναπτύσσεται μέ συντομία καί στή συνέχεια ἀπομένει ἀρκετός χρόνος γιά ὑποβολή ἐρωτήσεων καί ἀνάπτυξη γόνιμης συζητήσεως. Ὁ κυκλάρχης ἔχει μία εὐελιξία καί ἀποφεύγει τίς μονομέρειες καί τίς ἀγκυλώσεις, ἔτσι ὥστε νά ἐξελίσσεται ὁ διάλογος ἐλεύθερα καί ἀπρόσκοπτα. Ὁ κύκλος συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς οὐσιαστικά εἶναι μία παρέα μέ πνευματικές ἀναζητήσεις καί ἐσωτερική ἐπικοινωνία.

 Τό τί θά ἐπιλέξουμε ἐξαρτᾶται ἀπό πολλούς παράγοντες. Πρῶτον, θά δοῦμε τί μᾶς ἀρέσει καί τί μᾶς ταιριάζει περισσότερο. Δεύτερον, θά δοῦμε τί θέλουν περισσότερο οἱ πιστοί μας καί σέ τί συμμετέχουν μέ μεγαλύτερη ὄρεξη. Ρόλο θά παίξουν οἱ ἐγκαταστάσεις τοῦ κάθε Ἱεροῦ Ναοῦ καί οἱ ὑποδομές πού διαθέτουμε. Ἐπίσης ἡ ἱκανότητα τῶν ἀκροατῶν μας νά διαλέγονται καί ἡ ὡριμότητά τους θά καθορίσει τή μορφή τῆς διδασκαλίας μας. Ἡ ἡλικία καί τό μορφωτικό ἐπίπεδο ἐπίσης εἶναι σημαντικοί παράγοντες στήν ἐπιλογή μας.

3. Ὀργάνωση.

Α) Τόπος καί χρόνος.

Ἄς ἔλθουμε τώρα στήν καθαυτό ὀργάνωση. Καθετί πού κάνουμε χρειάζεται σωστή ὀργάνωση καί ὑπευθυνότητα, γιά νά ἐπιτύχει. Δέν εἶναι δυνατόν ν' ἀφήνουμε μία σημαντική διακονία τῆς ἱερωσύνης νά ἐπιτελεῖται χωρίς τή σωστή ὀργάνωση καί προετοιμασία. Τό πρῶτο λοιπόν γιά τό ὁποῖο ἔχουμε νά μεριμνήσουμε εἶναι νά ἐπιλέξουμε τό σωστό χρόνο καί τόπο, στόν ὁποῖο θά πραγματοποιεῖται τό ἑσπερινό κήρυγμα ἤ ὁ κύκλος συμμελέτης. Σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τό ἑσπερινό κήρυγμα τά πράγματα εἶναι σχετικά εὔκολα. Μπορεῖ μέ ἐπιτυχία νά γίνεται μέσα στό χῶρο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ ἤ σέ μία παράπλευρη μεγάλη αἴθουσα κάποιου ἐνοριακοῦ πνευματικοῦ κέντρου. Καλό εἶναι ὁ χῶρος νά ἔχει μία σοβαρότητα, νά μήν ἔχει πολύ ἔντονα στοιχεῖα αἰσθητικῆς καί διακοσμήσεως, νά ἔχει ἀρκετά καθίσματα, πού νά ἐπαρκοῦν γιά ὅλους τούς προσερχομένους, καί νά ἔχει καλές συνθῆκες θερμοκρασίας καί  εὐχάριστη ἀτμόσφαιρα. Δέν πρέπει ἡ προσοχή τῶν ἀκροατῶν μας νά ἀποσπᾶται εἴτε ἀπό κάποια ἀκαταστασία στό χῶρο εἴτε ἀπό κάποιο ἐνοχλητικό ἐπαναλαμβανόμενο θόρυβο. Ὁ χῶρος τῆς ἀπογευματινῆς αὐτῆς συναντήσεως πρέπει νά ἔχει καλή ἀκουστική ἤ καλή μικροφωνική ἐγκατάσταση. Ἄν δέν ἀκουγόμαστε καθαρά, θά χάσουμε πολύ σύντομα τούς ἀκροατές μας.

Ὁ χῶρος πάλι γιά τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς ἔχει τά δικά του ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά. Κατ' ἀρχήν δέν ταιριάζει ὁ χῶρος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, διότι οἱ πιστοί μας δέν ἔχουν συνηθίσει νά ὁμιλοῦν καί νά διαλέγονται ἐλεύθερα καί δυνατά μέσα στούς Ἱερούς Ναούς. Ἄν τό κάνουν, συνήθως δέχονται τίς παρατηρήσεις τοῦ προεστῶτος τῆς συνάξεως. Εἶναι ὀξύμωρο λοιπόν ἄλλοτε νά τούς ἐπιβάλλουμε τήν ἡσυχία μέσα στόν Ἱερό Ναό καί ἄλλοτε νά τούς καλοῦμε σέ διάλογο καί ἀνταλλαγή ἀπόψεων μέσα στόν ἴδιο χῶρο. Ὁ χῶρος τοῦ κύκλου συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς πρέπει νά βοηθάει στή δημιουργία ἑνός κλίματος καλῆς παρέας, ἄρα καλό θά εἶναι νά βρίσκεται ἐκτός τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ ἤ νά εἶναι πολύ κοντά σ' αὐτόν. Θά πρέπει νά εἶναι χῶρος μέ θαλπωρή, στόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά κάθονται γύρω γύρω, κυκλικά, ἔχοντας τή δυνατότητα νά βλέπει ὁ ἕνας τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου. Νά εἶναι χῶρος καθαρός καί τακτοποιημένος, πού θά μπορέσουν νά τόν ἀγαπήσουν οἱ συμμετέχοντες στόν κύκλο καί νά τόν θεωρήσουν δικό τους.

Ὁ χρόνος ἐπίσης εἶναι πολύ σημαντικός στήν ἐπιτυχία τῆς προσπάθειάς μας. Στόν καθορισμό τοῦ χρόνου τῆς ἀπογευματινῆς μας συναντήσεως θά παίξει ρόλο καί τό κοινό στό ὁποῖο στοχεύουμε. Ἄν στοχεύουμε γενικῶς σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, πρέπει νά βροῦμε μία ὥρα πού νά μήν εἶναι οὔτε πολύ νωρίς οὔτε πολύ ἀργά, γιά νά μποροῦν νά ἔρχονται καί οἱ μικρότερες καί οἱ πιό μεγάλες ἡλικίες. Ἄν στοχεύουμε σέ πιό νεανικό κοινό, πολλοί ἐκ τῶν ὁποίων ἐργάζονται, τότε πρέπει ἡ ὥρα τῆς ἀπογευματινῆς διδασκαλίας νά εἶναι κάπως πιό ἀργά, γιά νά δίνουμε τή δυνατότητα στούς ἐργαζομένους νά ἐπιστρέφουν σπίτι τους, νά ξεκουράζονται λίγο καί μετά νά ἔρχονται σέ μᾶς. Ἐπίσης ἡ ἡμέρα πού θά γίνεται ἡ ἑσπερινή μας συνάντηση πρέπει νά εἶναι ἐλεύθερη γιά ὅσο γίνεται περισσότερους ἀνθρώπους. Τίς ἡμέρες π.χ. πού εἶναι ἀνοιχτή ἡ ἀγορά εἶναι λίγο δύσκολο νά περιμένουμε νά ὑπάρξει μεγάλη προσέλευση ἀνθρώπων. Τά Σαββατοκύριακα πολλές οἰκογένειες ἀπουσιάζουν. Τίς Κυριακές τό ἀπόγευμα πολλοί ἄνθρωποι προτιμοῦν νά ἠσυχάσουν στό σπίτι τους ἤ νά κάνουν κάποιο περίπατο μέ τούς δικούς τους ἀνθρώπους ἤ νά τακτοποιήσουν κάποια οἰκογενειακή ὑπόθεση. Μέ βάση λοιπόν τίς ἰδιαιτερότητες τῆς κάθε ἐνορίας θά βρεθεῖ ὁ πλέον κατάλληλος χρόνος γιά νά πραγματοποιηθεῖ τό ἑσπερινό κήρυγμα ἤ ὁ κύκλος συμμελέτης.

Ἡ ὥρα τῆς ἀπογευματινῆς διδαχῆς εἶναι καλό νά συνδιαστεῖ καί μέ κάποια λατρευτική εὐκαιρία, εἰδικά ἄν ἡ συνάντηση γίνεται μέσα στόν Ἱερό Ναό. Στούς πιστούς μας ἀρέσει ὁ Παρακλητικός Κανόνας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἤ τοῦ ἁγίου τῆς ἐνορίας. Καλό εἶναι αὐτή ἡ ἀκολουθία τῆς Παρακλήσεως νά προηγεῖται ἀπό τό κήρυγμα ἤ τόν κύκλο. Ἄν κάνουμε βεβαίως κάτι τέτοιο, δέν θά πρέπει καί τά δύο μαζί, ἡ λατρεία δηλ. καί ἡ διδαχή νά ὑπερβαίνουν τά ἑβδομηνταπέντε λεπτά, διότι μετά ἀπ' αὐτό τό χρονικό ὅριο ἐλάχιστοι ἄνθρωποι ἔχουν τίς ἀντοχές νά μείνουν καθηλωμένοι σέ μία θέση γιά τόση ὥρα. Πρέπει νά θυμόμαστε πώς, ἄν γιά ὁποιοδήποτε λόγο κουράσουμε τούς ἀκροατές μας, θά τούς χάσουμε.

Β) Θεματολογία καί βοήθημα.

Τό δεύτερο γιά τό ὁποῖο θά μεριμνήσουμε, προκειμένου νά ὀργανώσουμε σωστά τόν κύκλο συμμελέτης ἤ τό ἑσπερινό κήρυγμα, εἶναι ἡ θεματολογία καί τό βοήθημα. Σ' αὐτό τό σημεῖο πρέπει νά ποῦμε πώς εἶναι μεγάλη ἡ βοήθεια ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολή μας, ἡ ὁποία κάθε χρόνο ἔχει νά προτείνει συγκεκριμένο θέμα μέ τό ὁποῖο θά ἀσχοληθοῦμε καί μάλιστα μᾶς βοηθάει στή μελέτη καί ἀνάπτυξη τοῦ θέματός μας, καθώς μᾶς δίνει καί τό ἀνάλογο, κατάλληλο βοήθημα. Μ' αὐτόν τόν τρόπο ὑπάρχει ἕνα κοινό θέμα σ' ὅλες τίς ἑσπερινές συνάξεις τῶν ἐνοριῶν. Αὐτό εἶναι καλό, διότι κάθε χρόνο οἱ πιστοί ὁλόκληρης τῆς Μητροπολιτικῆς μας περιφερείας ἀπασχολοῦνται μέ κάτι κοινό καί συγκεκριμμένο καί αὐτό παίζει τό ρόλο του σέ πολλές ποιμαντικές μας δραστηριότητες. Ἄν βεβαίως ὑπάρχει ἰδιαίτερος λόγος καί πρέπει νά ξεφύγουμε ἀπό τό γενικό θέμα τῆς Μητροπόλεως, μποροῦμε νά ὁρίσουμε ἕνα δικό μας θέμα, ἀφοῦ πρῶτα ἔλθουμε σέ συνεννόηση μέ τά ἁρμόδια πρόσωπα τῆς διοικήσεώς μας καί λάβουμε τήν κατάλληλη ἄδεια. Καλό εἶναι ὁ κάθε ἐφημέριος νά μήν κάνει αὐθαίρετα ὅ,τι θέλει, ἐπειδή αὐτό ἀποτελεῖ μία ἀταξία στό ζωντανό σῶμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι φανερό σημάδι ἐγωϊσμοῦ. Καμία διδαχή δέν μπορεῖ νά ἔχει ἀγαθά ἀποτελέσματα, ἄν δέν ἐπιτελεῖται στό ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου, ἔχοντας τίς δικές του εὐλογίες καί ὁδηγίες. Ὅποιος ἐργάζεται ἐκτός τοῦ ἐπισκόπου, ὅσο ἐνάρετος καί ἄν ἔχει τήν ψευδαίσθηση πώς εἶναι, στήν πραγματικότητα ἐργάζεται γιά τό διάβολο καί διακονεῖ μέ προθυμία τό ἔργο τοῦ Σατανᾶ, πού εἶναι τό ψέμα, ἡ πλάνη καί ὁ διχασμός. Τό «ἐκτός Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία» (Ἱερός Αὐγουστῖνος) πρέπει κάποτε νά καταλάβουμε πώς σημαίνει ὅτι ἐκτός τοῦ ἐπισκόπου δέν ὑπάρχει σωτηρία, ἀφοῦ «ὅπου ἐπίσκοπος ἐκεῖ καί Ἐκκλησία» (Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος). Ἡ αὐτονόμηση ἀπό τόν ἐπίσκοπο σημαίνει ἀπόσχιση ἀπό τήν Ἐκκλησία. Μία τέτοια ἀπόσχιση εἶναι συγγνωστή μόνον ἄν ὁ ἐπίσκοπος ἀποκηρύξει τήν ὀρθή πίστη καί κηρύξει αἵρεση δημοσίως καί «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ».

Τό βοήθημα ἐπίσης εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο, ἴσως τό πιό χρήσιμο, γιά νά ἐπιτύχουμε ἕνα καλό ἀποτέλεσμα στή διδακτική μας προσπάθεια. Εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο, ἀλλά δέν πρέπει νά εἶναι τό μοναδικό. Τό βοήθημα θά μᾶς βοηθήσει νά χωρίσουμε τό γενικό μας θέμα σέ ἑνότητες, νά ἀριθμήσουμε τά μαθήματα πού ἔχουμε νά κάνουμε καί νά τά τιτλοφορήσουμε. Ἐπίσης μέ βάση τό βοήθημα μποροῦμε νά κάνουμε ἕνα σωστό προγραμματισμό γιά τό πότε θά κάνουμε τό κάθε μάθημα καί νά τό τυπώσουμε σέ κάποιο φυλλάδιο. Ἔτσι οἱ ἀκροατές μας μποροῦν νά ἔχουν στά χέρια τους τόν ἐτήσιο προγραμματισμό τῶν μαθημάτων καί νά γνωρίζουν ἀπό πρίν τί πρόκειται ν΄ ἀκούσουν σέ κάθε συνάντηση.

Τό βοήθημα θά συμβάλλει καί στή γενική κατεύθυνση τῆς σκέψεώς μας. Θά μᾶς δώσει τίς βασικές ἰδέες, γύρω ἀπό τίς ὁποίες μπορεῖ νά κινηθεῖ ἡ διδασκαλία μας. Θά μᾶς δώσει ἐπιχειρήματα καί σκέψεις πού θά στηρίξουν αὐτές τίς ἰδέες. Τό βοήθημα δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει νά μᾶς ἐγκλωβίσει. Οὔτε πρέπει νά νομίζουμε πώς διαβάζοντας τό βοήθημα ἔχουμε ἐξαντλήσει τό καθῆκον μας καί δέ χρειάζεται νά κάνουμε κάτι περισσότερο ἀπ' αὐτό. Τοῦτο εἶναι τεράστιο λάθος. Ἄν περιοριστοῦμε μόνο στό βοήθημα, θά ὁδηγηθοῦμε σέ μία διδασκαλία τρομερά φτωχή καί κουραστική, ἴσως μάλιστα καί ἀκατάλληλη γιά τό δικό μας συγκεκριμένο κοινό. Τό βοήθημα εἶναι τό ἔναυσμα, δέν εἶναι τό τέλος. Ξεκινώντας ἀπό 'κεῖ θά ψάξουμε τό θέμα μας σέ βάθος. Θά προσπαθήσουμε νά βροῦμε καί ἄλλα βιβλία πού ἀναλύουν τό θέμα πού ἔχουμε. Θά ρωτήσουμε ἀδελφούς μας νά μᾶς ποῦν καί δικές τους ἰδέες γύρω ἀπό τό συγκεκριμένο θέμα. Θά συζητήσουμε μέ τόν πνευματικό μας, πού εἶναι ἐμπειρότερος ἀπό ἐμᾶς, νά μᾶς ὑποδείξει τί ἄλλο μποροῦμε νά μελετήσουμε καί τί ταιριάζει στήν ἰδιοσυγκρασία μας. Θά ψάξουμε γιά κατάλληλη βιβλιογραφία στά θρησκευτικά βιβλιοπωλεῖα, θά μελετήσουμε σωστά ἄρθρα στό διαδίκτυο. Μέ βάση καί ἀφορμή τό βοήθημα θά κάνουμε μία γενικότερη ἔρευνα τοῦ θέματός μας, ἔτσι ὥστε ἡ διδασκαλία μας νά εἶναι ὅσο τό δυνατόν πιό πλούσια καί εὐχάριστη.

 Ἐκεῖνο βεβαίως πού εἶναι ἐντελῶς καταστροφικό εἶναι νά πάρουμε τό βοήθημα καί ν' ἀρχίσουμε νά τό διαβάζουμε αὐτούσιο στούς ἀκροατές μας. Τοῦτο φανερώνει μία δική μας τεμπελιά. Δείχνει ὅτι τό ἔργο τῆς διδασκαλίας δέ μᾶς δίνει χαρά. Δείχνει πώς εἴμαστε φτωχοί σέ ἰδέες καί πώς τό πνεῦμα μας εἶναι ἄδειο καί στεῖρο. Τό νά διαβάζουμε ξερά ἕνα βιβλίο στό ἀκροατήριό μας δείχνει πώς ἀντιλαμβανόμαστε τή διδαχή ὡς ἕνα καθῆκον, πού τό ἐπιτελοῦμε μέ τό λιγότερο δυνατό κόπο. Δέν ἐνδιαφερόμαστε γιά τούς ἀκροατές μας καί γιά τή ζωντανή ἐπικοινωνία μαζί τους. Τούς ἀντιμετωπίζουμε ἀπρόσωπα καί ψυχρά, σάν ἄβουλα πλάσματα πού ἦλθαν ν' ἀκούσουν κάποιες σοφίες, οἱ ὁποῖες δέν εἶναι κάν δικές μας. Ὅσο καλοί ἀναγνῶστες κι ἄν εἴμαστε, ἡ ἀνάγνωση δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχει τή ζωντάνια καί τήν ὀμορφιά τοῦ προφορικοῦ λόγου καί πολύ περισσότερο μάλιστα, ἄν τό κείμενο πού διαβάζουμε εἶναι ξένο καί δέν τό ἔχουμε γράψει ἐμεῖς. Ὑπάρχουν πολλοί τρόποι γιά νά διαλύσουμε μία ἀπογευματινή σύναξη. Ἕνας ἀπό τούς καλύτερους εἶναι νά κουράσουμε τούς ἀκροατές μας διαβάζοντάς τους κάθε φορά ἕνα ἀπρόσωπο γιά ἐκείνους βιβλίο, ξένο γιά ὅλους μας καί στό τέλος τραγικά ἀδιάφορο. Μία τέτοια ἀνεύθυνη συμπεριφορά γκρεμίζει μέσα στίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν κάθε ἔννοια ἐκκλησιαστικῆς διδαχῆς καί τούς ἀποτρέπει νά συμμετέχουν σέ κάθε προσπάθεια πνευματικῆς οἰκοδομῆς πού μπορεῖ νά κάνει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἄν θέλουμε οἱ ἄνθρωποι πού ἔρχονται κοντά μας νά βοηθηθοῦν ἀπό τό δικό μας βοήθημα, μποροῦμε νά τούς τό ὑποδείξουμε, γιά νά τό προμηθευτοῦν καί νά τό μελετήσουν, μποροῦμε ἀκόμη καλύτερα καί νά τούς τό χαρίσουμε. Σέ καμία περίπτωση ὅμως δέν μποροῦμε νά τό ἀναπαράγουμε ἠχητικά σέ κάθε συνάντηση, λές καί δέν ἔχουμε τίποτε ἄλλο νά ποῦμε!

Γ) Σωστή προετοιμασία.

Ὁ πιό σημαντικός παράγοντας ἐπιτυχίας τῆς διδακτικῆς μας προσπάθειας εἶναι ἡ σωστή προετοιμασία τῆς κάθε συναντήσεώς μας. Κάθε φορά ἔχουμε νά διαπραγματευτοῦμε ἕνα καινούριο θέμα, πού εἶναι κομμάτι τοῦ γενικοτέρου θέματος τοῦ ἔτους. Γιά κάθε μας συνάντηση λοιπόν ὀφείλουμε νά προετοιμαζόμαστε χωριστά καί σωστά, μέ κάθε λεπτομέρεια καί μέ πολλή προσοχή. Γιά μία διδαχή τριῶν τετάρτων χρειάζεται προετοιμασία καί μελέτη τουλάχιστων τριῶν ὡρῶν. Γιά μία ἐλεύθερη συζήτηση κύκλου συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς χρειάζεται προετοιμασία καί μελέτη ἀκόμη περισσοτέρων ὡρῶν. Εἶναι ἀνεπίτρεπτο θράσος ἀκόμη καί νά σκεφτοῦμε ὅτι μποροῦμε νά σταθοῦμε στό ἱερό βῆμα τοῦ διδασκάλου καί ὁδηγοῦ χωρίς νά ἔχουμε ἑτοιμαστεῖ καταλλήλως. Πῶς φιλοδοξοῦμε νά ἐνσαρκώσουμε τό Λόγο τοῦ Θεοῦ στήν ἀκοή τῶν ἀνθρώπων, ἄν ἐμεῖς δέν ξέρουμε μέ ποιά κατάλληλα λόγια θά ἐπιτύχουμε αὐτή τήν ἐνσάρκωση; Δέν προσερχόμαστε στήν ἑσπερινή μας συνάντηση, γιά νά καταθέσουμε δικές μας σκέψεις. Ἐρχόμαστε νά μεταδώσουμε στούς ἀνθρώπους τή σκέψη τῆς Ἐκκλησίας, τούς λόγους τῶν πατέρων μας, νά μεταγγίσουμε μέ τρόπο σύγχρονο καί εὔληπτο τήν ἀπ' αἰώνων Παράδοσή μας, ὅπως τήν παραλάβαμε καί τή βιώνουμε στήν ἐποχή μας. Ἄν δέ μελετήσουμε σέ βάθος καί ὕψος καί πλάτος αὐτά τά θέματα τῆς σωτηρίας, πῶς θά τά μεταδώσουμε στούς ἀκροατές μας;

Ὅ,τι μελετήσουμε δέν εἶναι δυνατόν νά τό ποῦμε. Θά μελετήσουμε ἑκατό, γιά νά ποῦμε τά δέκα. Αὐτό δέν ἔχει σημασία. Πρέπει νά εἴμαστε πλούσιοι ἐσωτερικά. Ὁ πλούσιος μπορεῖ νά δώσει λίγα. Ὁ φτωχός τί θά δώσει, ἄν τοῦ ζητηθοῦν περισσότερα ἀπ' ὅσα κατέχει; Ἐκεί ἀκριβῶς βρίσκεται ἡ τέχνη τῆς διδασκαλίας. Νά ξέρει κάποιος πάρα πολλά καί νά δίνει λίγα, τόσα ὅσα ἀντέχουν οἱ μαθητές του νά σηκώσουν. Ἡ βαθιά μελέτη καί ἡ πλούσια γνώση θά τόν καταστήσουν ἱκανό νά γνωρίζει ποιά ἀπό τά πολλά εἶναι κατάλληλα νά μεταδοθοῦν τή συγκεκριμένη στιγμή. Ὅποιος εἶναι διαβασμένος καί ξέρει καλά τό ἀντικείμενό του, μπορεῖ νά κάνει ἀστραπιαῖα κάποιες ἐπιλογές. Μπορεῖ νά κόψει ἤ νά προσθέσει αὐτό πού χρειάζεται ἡ ὁμάδα του ἐκείνη τή στιγμή. Ὅποιος ὅμως δέν προετοιμάστηκε σωστά καί εἶναι φτωχός σέ γνώσεις, θά ἀγκιστρωθεῖ πάνω σ' αὐτό τό λίγο πού γνωρίζει καί θά ἀναγκάσει τήν ὁμάδα του νά περπατήσει τό μονοπάτι τῆς γνώσεως μέ τρόπο μίζερο καί δυσάρεστο. Ὁ καλά προετοιμασμένος διδάσκαλος δέν ἔχει φόβους. Κινεῖται ἄνετα καί δημιουργεῖ εὐχάριστο περιβάλλον. Ὁ ἀδιάβαστος τρέμει τίς ἀπορίες, φοβᾶται τίς ἀντιρρήσεις, ἀποφεύγει τά ἀνοίγματα, βρίσκεται σέ ἔνταση καί αὐτό τό περνάει στούς ἀκροατές του δημιουργώντας μία ἀτμόσφαιρα ἠλεκτρισμένη ἤ ἀδιάφορη.

Ἡ προετοιμασία γιά τήν ἀπογευματινή μας διδαχή δέν μπορεῖ νά γίνει τήν ἴδια ἡμέρα τό πρωί. Ἄν τό ἀφήσουμε τελευταία ἡμέρα, δέ θά προλάβουμε νά κάνουμε σωστή προετοιμασία. Θά καταφύγουμε σ' ἕνα γρήγορο ξεσκόνισμα τοῦ βοηθήματος καί αὐτό εἶν' ὅλο... Γιά νά ἑτοιμάσουμε σωστά αὐτά πού ἔχουμε νά ποῦμε πρέπει νά ξεκινήσουμε τουλάχιστον τέσσερις μέ πέντε ἡμέρες πιό πρίν. Θά διαβάσουμε, θά ψάξουμε, θά ρωτήσουμε, θά σκεφτοῦμε μά πάνω ἀπ' ὅλα θά προσευχηθοῦμε. Ἔτσι θά ἔχουμε τό περιθώριο νά μαζέψουμε ἀρκετά στοιχεῖα καί νά ἐπιλέξουμε εὔστοχα ἐκεῖνα πού θά ἀποτελέσουν τό σκελετό πάνω στόν ὁποῖο θά χτίσουμε τό ἑσπερινό μας κήρυγμα ἤ τόν κύκλο συμμελέτης. Τά ὑπόλοιπα στοιχεῖα, πού δέν θά ἐντάξουμε στό σκελετό, δέν θά τά διαγράψουμε οὔτε θά τά πετάξουμε. Θά τά κρατήσουμε σέ πρώτη ζήτηση μέσα στήν πνευματική μας φαρέτρα, ἔτσι ὥστε νά τά χρησιμοποιήσουμε ἄν τό ζητήσουν οἱ περιστάσεις. Ὅ,τι διαβάσαμε εἶναι ὁ πλοῦτος μας. Ὁ ἀποθηκευμένος πνευματικός πλοῦτος ποτέ δέν εἶναι ἄχρηστος καί χαμένος.  

Ἀφοῦ συγκεντρώσουμε ὅσα περισσότερα στοιχεῖα μπορέσαμε γιά τό θέμα μας, μέ βάση τίς σκέψεις τοῦ βοηθήματος θά καταρτίσουμε ἕναν σκελετό πάνω στόν ὁποῖο θά κινηθοῦμε. Αὐτό τό σκαρίφημα μποροῦμε νά τό τυπώσουμε σ' ἕνα κομμάτι χαρτί. Θά εἶναι ὁ ὁδηγός μας. Θά εἶναι ὁ σωστός δρόμος, ἡ ἀποτυπωμένη πορεία τῆς διδασκαλίας μας. Ἄν ἔχουμε χρόνο καί διάθεση, μποροῦμε αὐτόν τό σκελετό νά τόν ἀναπτύξουμε παράγραφο -  παράγραφο καί σέ γραπτό κείμενο. Αὐτό εἶναι πολύ χρήσιμο γιά τούς νεωτέρους κήρυκες καί κυκλάρχες. Ὅταν γράφουμε κάτι, ἀποτυπώνεται πιό εὔκολα στόν ἐγκέφαλό μας. Βεβαίως αὐτό τό κείμενο δέν πρέπει νά τό πάρουμε καί νά τό διαβάσουμε αὐτούσιο στούς ἀκροατές μας, διότι ἔτσι σκοτώνουμε τή ζωντάνια τῆς συναντήσεώς μας. Πολλά στοιχεῖα ἀπό τό γραπτό μας κείμενο θά ἔλθουν αὐθόρμητα στή γλώσσα κοιτάζοντας μόνο τό σκελετό κατά τήν ὥρα πού θά ἀναπτύσσουμε τό θέμα μας.

Δ) Διάγνωση τῆς ὁμάδος.

Ἀφοῦ λοιπόν μελετήσαμε ἀρκετά καί προετοιμαστήκαμε σωστά, εἴμαστε ἕτοιμοι νά προσέλθουμε στούς πιστούς ὡς κήρυκες, ἀπόστολοι καί διδάσκαλοι τοῦ Εὐαγγελίου. Ἄν νομίζουμε πώς μόνον αὐτά εἶναι ἀρκετά γιά νά ἐπιτύχουμε στό ἔργο μας, κάνουμε λάθος. Δέν πηγαίνουμε νά κάνουμε μία ραδιοφωνική ἐκπομπή οὔτε νά μιλήσουμε σ' ἕνα κοινό ἀπρόσωπο καί ἄγνωστο, γιά νά διεκπεραιώσουμε ἕνα τυπικό καθῆκον. Ἡ διακονία μας εἶναι νά διδάξουμε στούς ἐνορίτες μας, δηλ. στά παιδιά μας, τόν Χριστό. Γιά νά τό πετύχουμε αὐτό δέν χρειάζονται μόνον γνώσεις, εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ σωστή ἐπαφή. Σ' αὐτό ἀκριβῶς τό σημεῖο βρίσκεται ἡ χρησιμότητα τῆς παρουσίας τοῦ διδασκάλου. Ὁ διδάσκαλος δέν ὑπάρχει, γιά νά μεταγγίζει ξερές γνώσεις. Αὐτό μποροῦν οἱ μαθητές νά τό ἐπιτύχουν καί μέσ' ἀπό τά βιβλία ἤ ἀκόμα περισσότερο στίς ἡμέρες μας μέσ' ἀπό τούς ὑπολογιστές. Ἡ παρουσία τοῦ διδασκάλου εἶναι ἀπαραίτητητη, διότι παράγει καί μεταδίδει ἦθος, παιδαγωγεῖ, ἀγαπάει, θυσιάζεται καί μέσ' ἀπ' αὐτή τή ζωντανή, ἀνθρώπινη, δραματική πολλές φορές ἐπαφή, μεταδίδει καί τή γνώση.

Ἔτσι κι ἐμεῖς. Ἐρχόμαστε στό ἑσπερινό κήρυγμα ἤ στόν κύκλο συμμελέτης ὄχι ὡς ἀπρόσωποι ὑπάλληλοι, ἀλλά ὡς πατέρες πού ἀγαπᾶμε τά παιδιά μας καί ποιμένες πού ξέρουμε τά λογικά μας πρόβατα καί γνωριζόμαστε ἀπ' αὐτά. Ἡ γνώση τῶν ἀνθρώπων θά μᾶς βοηθήσει στήν προετοιμασία καί ὀργάνωση τῆς διδασκαλίας μας. Γνωρίζοντας τούς ἀκροατές μας θά καταλάβουμε τό μορφωτικό ἐπίπεδό τους καί ἀναλόγως θά διαμορφώσουμε αὐτά πού ἔχουμε νά ποῦμε. Ἀλλιῶς θά μιλήσουμε στήν πόλη, ἀλλιῶς στό χωριό. Ἀλλιῶς στούς ἄντρες, ἀλλιῶς στίς γυναῖκες, ἀλλιῶς σ' ἕνα κοινό μεικτό. Ἀλλιῶς σέ πεπαιδευμένους καί ἐπιστήμονες, ἀλλιῶς σέ ὀλιγογραμμάτους καί ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους. Ἀλλιῶς σέ νέους καί νέες καί ἀλλιῶς σέ πιό ἠλικιωμένους.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνον ἡ γενική διδασκαλία, εἶναι καί ἡ προσωπική ἐπαφή πού καλλιεργεῖται μεταξύ διδασκάλου καί ἀκροατῶν κατά τή διάρκεια τῶν ἑσπερινῶν μας συναντήσεων. Ἄν μέν εἶναι ἑσπερινό κήρυγμα καί δέν ὑπάρχει ὑποβολή ἐρωτήσεων, τά πράγματα εἶναι σχετικῶς ἁπλά. Ἄν ὅμως πρόκειται γιά κύκλο συμμελέτης Ἀγίας Γραφῆς ἤ γιά ἑσπερινό κήρυγμα μέ ἐρωταποκρίσεις, ἐκεῖ τά πράγματα θέλουν λίγη προσοχή. Ἐκεῖ χρειάζεται νά μελετήσουμε λίγο τήν ψυχολογία τῆς ὁμάδος. Κάθε ὁμάδα ἀποτελεῖται ἀπό διαφόρους τύπους ἀκροατῶν. Ὅλες οἱ ὁμάδες ἔχουν τούς φιλόδοξους ἀρχηγούς τους, τούς πρόθυμους ὑποτακτικούς, τούς ζωηρούς ἀκροατές πού ὁμιλοῦν καί κάνουν φασαρία χωρίς νά προσέχουν τά λεγόμενα, ἀλλά καί τούς ζωηρούς ἀκροατές πού, ἐνῶ ὁμιλοῦν καί κάνουν φασαρία, παράλληλα παρακολουθοῦν καί τήν ἐξέλιξη τοῦ θέματος. Κάθε ὁμάδα ἔχει αὐτούς πού εἶναι καλοί καί γόνιμοι ἀκροατές καί ἀφομοιώνουν ἀμέσως ὅ,τι ἀκοῦνε. Ἔχει ὅμως καί τούς δύσκολους ἀκροατές, πού ἄλλοι ἀπό αὐτούς εἶναι καλοπροαίρετοι καί ἕτοιμοι νά πεισθοῦν, ὅταν ὑποβάλλουν ἐρωτήσεις στόν ὁμιλητή, καί ἄλλοι εἶναι κακοπροαίρετοι καί ἐγωϊστές, πού εἶναι τοῦ δόγματος «οὐ μέ πείσεις κἄν μέ πείσῃς» καί πού ἡ μεγαλύτερη διασκέδασή τους εἶναι νά πειράζουν τόν ὁμιλητή καί νά χαλοῦν τήν ὁμήγυρη. Ἔχει ἐπίσης ἡ κάθε ὁμάδα τούς ἀδιάφορους, πού ἔρχονται ἁπλῶς γιά νά περάσουν τήν ὥρα τους, ἀλλά καί τούς φοβικούς, οἱ ὁποῖοι θά ἤθελαν νά λάβουν τό λόγο, ἀλλά φοβοῦνται τήν ἄποψη τῶν ἄλλων. Ἡ κάθε ὁμάδα ἔχει τούς ἀνοήτους, πού εἶναι ἱκανοί νά χαλάσουν τό κλῖμα τῆς παρέας μέ μία καί μόνη κουβέντα τους, ἀλλά καί τούς εὔστροφους, πού ἡ συνδρομή τους εἶναι πολύτιμη στήν πορεία τῆς συζητήσεως. Ἔχει ἐπίσης αὐτούς πού δέν ἔχουν μέτρο στή γλώσσα τους καί, ὅταν ξεκινήσουν νά ὁμιλοῦν, δέν μποροῦν νά βάλουν φρένο, κάνοντας πολλές φορές μία δεύτερη εἰσήγηση. Ἔχει ἐπίσης τούς ἀγενεῖς, οἱ ὁποῖοι διακόπτουν ἤ καί προσβάλλουν τούς συνομιλητές τους, ἀλλά καί τούς ὑπερβολικά εὐγενεῖς, οἱ ὁποῖοι φτάνουν στό σημεῖο τοῦ γλοιώδους καί στό ἐπίπεδο τοῦ κόλακα. Ἡ ὁμάδα ἔχει μερικές φορές τάσεις ἄλλοτε διασπαστικές καί ἄλλοτε ἑνωτικές, σέ σχέση μέ τούς ἀνθρώπους πού τήν ἀποτελοῦν καί ἀναλόγως μέ τή συμπεριφορά τοῦ ἱερέως. Ἐπίσης ἡ ὁμάδα ἀποτελεῖται ἀπό ἀνθρώπους πού βρίσκονται σέ πολλές καί διαφορετικές συνθῆκες ζωῆς. Ἄλλοι εἶναι χαρούμενοι γιά κάτι καλό πού βιώνουν. Ἄλλοι εἶναι θλιμμένοι ἐξαιτίας κάποιου πένθους ἤ μίας δοκιμασίας ἤ κάποιας ἀποτυχίας.

Ὅλ' αὐτά ὁ κυκλάρχης ἤ ἱεροκήρυκας θά τά λάβει σοβαρά ὑπ' ὄψιν του. Καθώς γνωρίζει τήν ἰδιαιτερότητα τοῦ καθενός, θά προσπαθήσει νά παιδαγωγήσει ἀγαπητικά τόν κακό, νά βάλει φρένο στόν ἐγωιστή, νά δώσει ἐλάχιστες φορές τό λόγο στόν πολυλογά, νά μήν προσβάλει τό δειλό, νά ἀπαντήσει στόν ἀντιρρησία, νά παρηγορήσει τόν πονεμένο καί δοκιμαζόμενο ἀδελφό, νά στηρίξει τόν πεσμένο καί ἀπογοητευμένο. Ἔτσι ἡ ἑσπερινή συνάντηση δέν εἶναι μία ξερή μετάδοση πληροφοριῶν, ἀλλά γίνεται πολύτιμη εὐκαιρία πνευματικῆς καί ποιμαντικῆς ἐργασίας.

Ε) Ἀνάπτυξη τοῦ θέματος.

Ε1α) Πρόλογος.

Ἀφοῦ εἴδαμε ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα πού θά προηγηθοῦν γιά τήν ἑτοιμασία τῆς ἑσπερινῆς διδακτικῆς συνάξεως, ἄς ἔλθουμε τώρα νά ἐξετάσουμε καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά γίνει αὐτή ἡ ἐργασία. Πρῶτα θά παρουσιάσουμε πῶς γίνεται ὁ κύκλος συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς. Καί μετά πῶς γίνεται τό ἑσπερινό κήρυγμα.

Στήν ἀρχή ὁ κυκλάρχης βρίσκει τόν κατάλληλο τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ξεκινήσει τή συνάντηση τοῦ κύκλου. Πρίν ἀπό τήν ἔναρξη καλό εἶναι νά περιμένει στήν εἴσοδο τοῦ χώρου ὅπου γίνεται ἡ συνάντηση καί νά ὑποδέχεται τούς προσερχομένους σ' αὐτήν. Ὅταν συγκεντρωθοῦν ὅλοι μαζί ἤ τουλάχιστον οἱ περισσότεροι, ξεκινάει ἡ ὁμήγυρις μέ τήν καθιερωμένη προσευχή. Αὐτή πρέπει νά εἶναι σύντομη καί περιεκτική. Μπορεῖ νά περιέχει τό «Βασιλεῦ οὐράνιε...», τό ἀπολυτίκιο τοῦ Ναοῦ καί μία εὐχή, ὅπως τό «Χριστέ τό φῶς τό ἀληθινόν τό φωτῖζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον...» ἤ τό «Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν τό τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς...». Στήν ἐναρκτήριο προσευχή ἄς μή βάζουμε «Δι' εὐχῶν...», γιά νά δίνουμε τήν αἴσθηση στούς ἀκροατές μας πώς καί αὐτό πού ἀκολουθεῖ εἶναι προσευχή καί λατρεία τοῦ Θεοῦ καί δέν εἶναι ἁπλῶς μία σύναξη γνωσιολογικοῦ ἤ πολιτιστικοῦ ἐνδιαφέροντος. Ὅλο μαζί ὅταν τελειώσει θά κλείσει ὡς προσευχή μέ τό «Δι' εὐχῶν...»

Μετά τήν προσευχή ὁ κυκλάρχης πρέπει νά ἔχει ἑτοιμάσει ἕναν πρόλογο εὔστροφο καί νόστιμο, πού θά κινήσει ἀμέσως τό ἐνδιαφέρον τῶν μελῶν τοῦ κύκλου καί θά ἀνακοινώνει ταυτόχρονα τό θέμα μέ τό ὁποῖο θά ἀσχοληθοῦν στή συνάντησή τους. Ὁ πρόλογος πρέπει νά εἶναι σύντομος καί χωρίς πολλά περιθώρια ἀναπτύξεως διαλόγου, γιά νά μή χαθεῖ πολύτιμος χρόνος.

Ε1β) Ἀνάγνωση τοῦ κειμένου.

Μετά τό τέλος τοῦ προλόγου, ἀφοῦ ἔχει ἀναγγελθεῖ τό θέμα, ὁ κυκλάρχης προχωράει στήν ἀνάγνωση ἀπό τήν Ἁγία Γραφή τοῦ κειμένου πού σχετίζεται μέ τό θέμα πού μόλις ἀναγγέλθηκε. Καλό εἶναι τό κείμενο νά διαβάζεται στήν ἀρχή ἀπό τό πρωτότυπο καί στή συνέχεια ἀπό κάποια ἑρμηνευτική ἀπόδοση, ἐγκεκριμένη ἀπό ἐπίσημη ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική ἀρχή. Ἄν διαπιστώνει ὁ κυκλάρχης πώς τό κείμενο πού πρόκειται νά ἐξεταστεῖ παραμένει νοηματικά ἄγνωστο ἀπό κάποια μέλη τοῦ κύκλου, καλό εἶναι νά τό ἀποδώσει μέ δικά του λόγια καί μέ τό μέγιστο ἁπλό τρόπο. Αὐτό βεβαίως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιά νά μήν ἀλλοιώσει λεπτά νοήματα πού κρύβονται πίσω ἀπό τίς λέξεις τοῦ κειμένου καί ἀλλάξει ἄθελά του τό τελικό μήνυμα τοῦ συγγραφέως. Γιά νά ἀναγνώσει σωστά τό κείμενο ὁ κυκλάρχης θά πρέπει νά τό ἔχει διαβάσει ἀρκετές φορές πιό πρίν καί νά κατέχει ἀκόμη καί τίς παραμικρότερες ἰδιαιτερότητες καί δυσκολίες τοῦ κειμένου, διότι εἶναι θλιβερό ὡς θέαμα καί γεγονός ὁ διδάσκαλος νά κομπιάζει, νά συλλαβίζει μέ δυσκολία ἤ νά κάνει λάθη πάνω στό κείμενο πού σέ λίγο θά διαπραγματευτεῖ. Ἡ σωστή ἀνάγνωση ἔχει δύο μυστικά: τό πρῶτο εἶναι πώς, καθώς ἡ γλώσσα ἐκφέρει μία λέξη, τό μάτι ἤδη διαβάζει τήν ἑπόμενη. Δηλ. τό μάτι εἶναι πάντοτε μία λέξη μπροστά ἀπό τή γλώσσα. Αὐτό βοηθάει τόν ἐγκέφαλο νά μήν αἰφνιδιαστεῖ ἀπό κάποια δύσκολη λέξη, ἀλλά νά δώσει ἐγκαίρως τή σωστή ἐντολή στή γλώσσα ἔτσι ὥστε νά πεῖ τή λέξη, χωρίς νά κάνει λάθος. Τό δεύτερο μυστικό εἶναι πώς ἕνα κείμενο ἀποδίδεται σωστά, ὅταν κρατοῦμε σχολαστικά τά σημεῖα στίξεως. Ὅταν σεβόμαστε τά κόμματα καί τίς τελεῖες καί δέν κόβουμε τό κείμενο ὅπου βολεύει ἐμᾶς, τότε τό ἀποδίδουμε ὡραῖα. Βεβαίως τό ἰδανικό εἶναι νά «γινώσκει ἅ ἀναγινώσκει» ὁ ἀναγνώστης τοῦ κειμένου, ἀλλά αὐτό εἶναι «ἁμαρτωλή» ἱστορία, μεγάλη καί ἀκατάλληλη γιά νά τή θίξουμε ἐδῶ.

Ε1γ)  Ἑρμηνεία καί ἀνάλυση τοῦ κειμένου καί τοῦ θέματος.

Ἀφοῦ λοιπόν ὁ κυκλάρχης τελειώσει μέ τήν ἀνάγνωση καί τήν ἀπόδοση τοῦ κειμένου, στή συνέχεια ξεκινάει τό καθαθτό ἔργο του, πού εἶναι ἡ ἀναλυτική ἑρμηνεία τοῦ ἁγιογραφικοῦ κειμένου καί ἡ ἐπιμέρους ἀνάλυση τοῦ προαναγγελθέντος θέματος.

Κατ' ἀρχήν καλό εἶναι ἤ ὁ ἴδιος ὁ κυκλάρχης ἤ μέ τήν προτροπή του κάποιο μέλος τοῦ κύκλου νά πεῖ μέ ἐντελῶς δικά του λόγια τό τί ἀντιλαμβάνεται ἀπό τό κείμενο πού μόλις ἄκουσε καί πῶς τό συνδέει μέσα του μέ τό θέμα τῆς ἡμέρας. Αὐτό θά δώσει ἕνα κατάλληλο ἔναυσμα γιά νά ξεκινήσει μία συζήτηση, ἕνα σκάψιμο στά βαθύτερα νοήματα πού πρέπει σιγά σιγά νά βγοῦν στήν ἐπιφάνεια.

Στήν πορεία αὐτῆς τῆς ἀδολεσχίας ὁ κυκλάρχης μπορεῖ νά παίρνει ἀφορμή ἀπό κάποιους στίχους τοῦ κειμένου καί νά προάγει ἀκόμη περισσότερο τό διάλογο. Προσθέτει θέματα ἤ πτυχές τῶν θεμάτων στή συζήτηση καί ζητάει νά ἀκούσει τίς ἀπόψεις τῶν ἀκροατῶν του. Καμία ἄποψη δέν τήν ἀπορρίπτει ἀμέσως, διότι αὐτό εἶναι ἀγένεια. Τίς ἐντελῶς λανθασμένες ἀπόψεις τίς προσπερνάει χωρίς σχόλιο καί ζητάει καινούριες πού θά βοηθήσουν τήν προαγωγή τοῦ διαλόγου. Ἄν πρέπει νά ἀνατρέψει κάτι πού ἀκούστηκε καί εἶναι λάθος, αὐτό θά τό κάνει μέ τή μέθοδο τῶν ἐρωτήσεων. Χωρίς νά πεῖ ἀπό τήν ἀρχή πώς ἡ ἄποψη εἶναι λάθος, θά ἀφήσει τήν ὁμάδα μέσα ἀπό τίς κατάλληλες ἐρωτήσεις καί ἀπαντήσεις νά φτάσει σ' αὐτό τό συμπέρασμα. Ἄν πρόκειται γιά παρανόηση τοῦ κειμένου, ἐκεῖ θά καταθέσει τήν ἐπίσημη ἑρμηνευτική γραμμή τῆς Ἐκκλησίας καί θά συνεχίσει τό διάλογο, ἀποφεύγοντας ἔτσι τήν παρεκτροπή.

Σέ κατάλληλες στιγμές θά κάνει προεκτάσεις πού ἀγγίζουν τήν καθημερινότητα τῶν ἀκροατῶν του. Αὐτό θά κάνει τό λόγο του ἐπίκαιρο καί ἐνδιαφέροντα. Δέν πρέπει νά φοβᾶται τήν ἐπικαιροποίηση τῶν θεολογικῶν θεμάτων, διότι αὐτό τό ἔχουν ἀνάγκη οἱ ἄνθρωποι. Ἐξάλλου δέν ὑπάρχει ζήτημα τῆς πίστεως πού νά μήν ἀγγίζει κάποια πτυχή τῆς ζωῆς. Τό δόγμα καί τό ἦθος ξέρουμε πώς εἶναι οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἰδίου νομίσματος, δηλ. τῆς ἀνθρώπινης πραγματικότητας. Δέν ὑπάρχει πίστη χωρίς ζωή, οὔτε ζωή χωρίς πίστη. Ὅποιος προσπαθεῖ νά χωρίσει αὐτά τά δύο πέφτει ἀναπόφευκτα σέ πλάνη καί αἵρεση. Εἶναι κομμάτι τῆς διδασκαλίας μας λοιπόν νά συνδέουμε τά γεγονότα τῆς ζωῆς μέ τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως, ὅπως καί τίς αἰώνιες αὐτές ἀλήθειες πρέπει νά τίς ἀναλύουμε καί νά τίς παρουσιάζουμε μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε νά καταλαβαίνουν οἱ ἀκροατές μας πῶς θά τίς κάνουν ζωή καί βίωμα.

Ε1δ) Ἐπίλογος.

Ὅλη αὐτή ἡ πορεία τῆς συζητήσεως χρειάζεται προσοχή καί καθοδήγηση ἀπό τόν κυκλάρχη. Ἀνάμεσα στά ἄλλα θά πρέπει νά προσέξει καί τά χρονικά ὅρια πού θά κρατήσει ὅλη αὐτή ἡ διαλογική συζήτηση. Ὅταν λοιπόν διαπιστώσει πώς ὁ χρόνος ἐξαντλεῖται, καλό εἶναι νά βάλει τόν ἐπίλογο. Κατά τόν ἐπίλογο θά κάνει μία σύνοψη ὅλων ὅσων ἀκούστηκαν, θά εὐχαριστήσει γιά τή συμμετοχή τά μέλη τοῦ κύκλου καί θά κάνει ἕνα γενικό κλείσιμο τοῦ θέματος. Ἕνα καλό καί ἐποικοδομητικό κλείσιμο εἶναι οἱ εὐχές γιά πραγματοποίση ὅσων ἀκούστηκαν. Καλό εἶναι νά μήν ἐπιμείνει νά δώσει στό τέλος ἕνα γενικό δίδαγμα ἤ συμπέρασμα, διότι αὐτό ἐγκλωβίζει τή σκέψη τῶν ὑπολοίπων μελῶν τοῦ κύκλου καί τούς ἐμποδίζει νά ὠφεληθεῖ ὁ καθένας σύμφωνα μέ τήν ἔφεση τῆς καρδίας του. Πολλές φορές λέγοντας ἕνα τελικό δίδαγμα, διαγράφουμε, ἐπισκιάζουμε ἤ καί καταστρέφουμε πολλά ἄλλα διδάγματα πού θά ἔτρεφαν τή σκέψη καί τήν ὕπαρξη τῶν συνδαιτυμόνων τοῦ πνευματικοῦ δείπνου πού μόλις παραθέσαμε.

Ε2) Ἀνάπτυξη τοῦ θέματος γιά ἑσπερινό κήρυγμα.

Ἄς δοῦμε τώρα πῶς γίνεται τό ἑσπερινό κήρυγμα. Τά πράγματα ἐδῶ εἶναι πιό εὔκολα ἀπό τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς.

Ὁ ὁμιλητής ξεκινάει ἐπίσης μ' ἕναν τρόπο ἔξυπνο, γιά νά παρουσιάσει τό θέμα τῆς ἡμέρας. Στή συνέχεια, ἄν μέν πρόκειται γιά ἁγιογραφικό κείμενο, τό ἀποδίδει ὅπως ὁ κυκλάρχης στόν κύκλο συμμελέτης (πρωτότυπο κείμενο καί ἐγκεκριμένη ἑρμηνεία). Ἄν παρουσιάζει ἕνα γενικό θέμα, τό παρουσιάζει περιληπτικά ἐκθέτοντας τή σπουδαιότητα τοῦ θέματος.

Στή συνέχεια ἀρχίζει νά ἀναλύει τό θέμα του κομμάτι κομμάτι καί νά παρουσιάζει τίς ἐπιμέρους πτυχές του στό ἀκροατήριο. Ἀποφεύγει νά διαβάζει ἕτοιμο κείμενο. Ἐξηγήσαμε παραπάνω τό γιατί. Μπροστά του ἔχει ἕνα διάγραμμα, ἕνα σκελετό τοῦ θέματος καί πάνω σ' αὐτή τή γραμμή τοῦ διαγράμματος προχωράει τό λόγο του. Δέν ὁμιλεῖ οὔτε πολύ γρήγορα καί ἀγχωτικά οὔτε πολύ ἀργά καί βαρετά. Ὁμιλεῖ φυσιολογικά, χωρίς βερμπαλισμούς, θεατρινισμούς καί ὑπερβολές. Προσπαθεῖ τό λόγο του νά τόν νοηματοδοτήσει μέ κάποιες συγκρατημένες κινήσεις τῶν χεριῶν του, πού νά ἔχουν σοβαρότητα καί μέτρο. Ἡ μόνη κίνηση πού πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἀποφύγει εἶναι ἡ κίνηση τοῦ δείκτη πάνω κάτω, σάν νά εἶναι αὐστηρός διδάσκαλος πού κρίνει καί μαλώνει αὐτούς πού τόν ἀκοῦν. Ἡ φωνή του προσπαθεῖ νά ἔχει ὁμαλά ἀνεβάσματα καί ἤρεμες πτώσεις. Ἀποφεύγει νά φωνάζει σάν νά μαλώνει κάποιον, ἄν καί αὐτό ἀρέσει σέ πολλούς πιστούς κατά βάσιν ψυχασθενεῖς ἤ φανατικούς, κουράζει ὅμως τούς περισσότερους, κατά βάσιν τούς φυσιολογικούς, πού πῆγαν στό κήρυγμα γιά νά οἰκοδομηθοῦν καί ὄχι γιά νά δικαιωθοῦν. Προσπαθεῖ ὁ λόγος του νά ἔχει νοστιμιά. Θά πεῖ κάποιο μικρό ἀστεῖο, θά χρησιμοποιήσει τήν εἰρωνεία μέ εὐπρέπεια, θά χρησιμοποιήσει τόν αὐτοσαρκασμό μέ εἰλικρίνεια, θά θίξει κάποια ἐλαττώματα μέ σεβασμό καί χιοῦμορ ἤ κάποιες συνομοταξίες λαθεμένων ἀνθρώπων, ἀλλά πάντοτε ταπεινά καί χαριτωμένα, ὄχι αὐστηρά, δικανικά καί μέ ἀπρέπειες. Θά ὁμιλήσει γιά ὅλα τά θέματα χωρίς δισταγμό, ἀλλά σωστά. Θά κρατήσει ἕνα ἐπίπεδο. Δέν θά φοβηθεῖ τίποτε, ἀλλά καί δέ θά ἰσοπεδώσει τίποτε.

Θά κλείσει τό λόγο του μέ εὐχαριστίες καί εὐχές. Ἔτσι θά μείνει μία γλυκιά αἴσθηση στήν ψυχή τῶν πιστῶν πού θά θελήσουν νά συμμετέχουν καί στίς ἑπόμενες ὁμιλίες.

ΣΤ) Μερικά tips.

Οἱ διάφοροι σέφ πού δίνουν μαγειρικές συνταγές γιά ὅλα τά βρώσιμα αὐτοῦ τοῦ πλανήτη, γιά νά κρατήσουν τό κοινό τους, δίνουν συμπληρωματικά καί μερικά tips. Τό tip εἶναι ἕνα ἔξυπνο κολπάκι μέ τό ὁποῖο μπορεῖς νά καταφέρεις κάποια πράγματα εὔκολα καί χωρίς κόπο. Κλείνοντας λοιπόν κάπου ἐδῶ αὐτό τό συνταγολόγιο γιά τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς καί γιά τό ἑσπερινό κήρυγμα, ἄς μελετήσουμε μερικά tips μέ τά ὁποῖα θά μπορέσουμε, ἄν θέλει ὁ καλός Θεός, νά καταφέρουμε κάποια μικρά θαύματα.

Πρῶτον: μαθαίνουμε μικρά ὀνόματα. Εἶναι ἀρκετά δύσκολο κατόρθωμα, εἰδικά γιά τήν ἐποχή μας ὅπου τό μυαλό μας εἶναι ἀρκετά κουρασμένο. Πρέπει νά ξέρουμε πάντως πώς, ὅταν προσφωνοῦμε ἕναν ἄνθρωπο μέ τό μικρό του ὄνομα, τόν κερδίζουμε ἀμέσως. Ἀκόμη καί ἄν εἶναι ἀδιάφορος, τόν κάνουμε νά μᾶς προσέξει καί νά μᾶς συμπαθήσει. Αὐτό βεβαίως πού θά συμβεῖ μέ μᾶς εἶναι μικρῆς σημασίας. Τό μεγάλο κέρδος εἶναι πώς, μέσα ἀπό τή συμπάθεια σέ μᾶς, θά συμπαθήσει καί ἴσως ἀγαπήσει αὐτό πού ἐκπροσωποῦμε, τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό του.

Δεύτερον: προσοχή στά πειράγματα. Εἴπαμε ὅτι σημαντικό ρόλο στήν ἱεραποστολική καί διδακτική μας προσπάθεια παίζει ἡ διαπροσωπική ἐπαφή μέ τούς ἀνθρώπους πού ἔρχονται κοντά μας. Ἀνάμεσα σ' ἐκείνους καί σ' ἐμᾶς θ' ἀναπτυχθεῖ σιγά σιγά μία γνωριμία. Δέν πρέπει νά τό φοβηθοῦμε αὐτό. Μᾶλλον πρέπει νά τό ἐπιδιώξουμε. Εἶναι βεβαίως δύσκολο, καθώς ἡ γνωριμία βαθαίνει, νά κρατηθεῖ κάποιο μέτρο καί νά μήν ὑπερβαίνονται τά ὅρια ἀμφίπλευρα. Τά ὅρια αὐτά ἔχουν νά κάνουν μέ τήν εὐπρέπεια καί τή διάκριση, πού εἶναι αὐτονόητο ὅτι ὑπάρχουν σέ κάθε σχέση τοῦ κληρικοῦ μέ τούς  ὑπολοίπους ἀνθρώπους. Οἱ λαϊκοί ἀδελφοί μας, μερικές φορές, ἀπό ὑπερβολική χαρά ἤ ἀπό λανθασμένη αἴσθηση τοῦ θάρρους, εἶναι δυνατόν νά χάσουν τή διάκριση καί τό μέτρο στή σχέση μέ τόν ἱερέα τους. Ἡ σχέση ἴσως περάσει σ' ἕνα ἐπίπεδο ὑπερβολικά φιλικό μέ κινδύνους ἀπρόβλεπτους καί ἐξαιρετικά δυσάρεστους. Τό ξεδίπλωμα τοῦ χαρακτήρα μέσα ἀπό κάθε γνωριμία δέν εἶναι πάντοτε τό ἀναμενόμενο. Μπορεῖ ὁ λαϊκός, πού πλησιάζει ἕναν κληρικό, ἄλλα νά περιμένει νά βρεῖ καί ἄλλα νά εἰσπράξει. Ἴσως ἡ ἔλλειψη ἀληθινῶν σχέσεων στίς ἡμέρες μας μπορεῖ νά ὁδηγήσει τόν κληρικό ἤ τό λαϊκό σέ μία ὑπερβολική προσκόλληση τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο. Μέσα σ' αὐτό τό κλῖμα τῆς ἀνέσεως μερικές φορές γίνονται ἀμφίπλευρα πειράγματα, τά ὁποῖα λέγονται μέ καλή διάθεση, ἀλλά εἰσπράτονται λανθασμένα καί ἐνίοτε πληγώνουν βαθιά αὐτόν στόν ὁποῖο ἀπευθύνονται. Οἱ γνωριμίες πού θά γίνουν μέσ' ἀπό τό ἑσπερινό κήρυγμα καί τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς πρέπει νά δοκιμαστοῦν στό χρόνο καί νά προχωρήσουν μέ πολύ μικρά βήματα. Ὅσο καλή χημεία κι ἄν νομίζουμε ὅτι ἔχουμε μέ κάποιους ἀνθρώπους, μήν ξεγελαστοῦμε καί ὑπερβοῦμε τό μέτρο καί μάλιστα μέ πειράγματα καί ἀστειότητες. Μπορεῖ ἄθελά μας νά πληγώσουμε ἤ νά πληγωθοῦμε ἀπό ἐκεῖ πού δέν τό περιμέναμε. Μέ τούς ἀνθρώπους πού ἔρχονται νά μαθητεύσουν κοντά μας θά εἴμαστε εὐχάριστοι, μέ ἀληθινό χαμόγελο καί ἐνδιαφέρον γιά ὅ,τι τούς ἀπασχολεῖ. Δέν θά ξεχάσουμε ὅμως τήν αἴσθηση τοῦ μέτρου καί, ὅπου βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει μία τάση πρός τήν ἀδιακρισία, θά βάλουμε ὅρια καί φρένα, χωρίς νά πληγώσουμε, νά προβληματίσουμε ἤ νά καταστρέψουμε τήν καλή διάθεση τοῦ ἄλλου. Ἄν ὡς κληρικοί ἐκτεθοῦμε ἀπό κάποιες ἀπροσεξίες μας, θά εἶναι πολύ δύσκολο στή συνέχεια νά ἐπανακτήσουμε τήν κατεστραμμένη μας εἰκόνα. Τότε τό ὕψιστο ἔργο τῆς οἰκοδομῆς τῶν ἀνθρώπων δέν θά μπορέσουμε νά τό ἐπιτελέσουμε μέ ἐπιτυχία.

Τρίτον: ἐπιβράβευση καί εὐχαριστία στά μέλη πού ὁμιλοῦν. Αὐτό θά τό ἐφαρμόσουμε κυρίως ὅσοι ἀσχολούμαστε μέ κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς. Δέν πρέπει νά εἴμαστε φειδωλοί στό «μπράβο» καί στό «εὐχαριστῶ». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἐκφράζουν μία ἄποψη, ἔχουν τή μικρή ἀνασφάλεια πώς ἴσως εἰποῦν κάτι ἄστοχο. Πράγματι ὅλες οἱ ἀπόψεις πού ἀκούγονται δέν εἶναι πάντοτε εὔστοχες καί σωστές. Ἐμεῖς ὅμως δέν βρισκόμαστε ἐκεῖ, γιά νά ἐξετάζουμε καί νά βαθμολογοῦμε τούς ἀνθρώπους, ἀλλά μᾶς τοποθέτησε ἡ Ἐκκλησία στή συγκεκριμένη διακονία, γιά νά οἰκοδομοῦμε καί νά διδάσκουμε διακριτικά. Τό γεγονός πώς κάποιος ἔχει τό θάρρος νά πεῖ τήν ἄποψή του μέσα σέ μία ὁμήγυρη ἀπό ἀγνώστους, ἀπό μόνο του ἀξίζει τό μπράβο καί το εὐχαριστῶ. Τώρα, ἄν αὐτό πού ἐκφράστηκε εἶναι λάθος, θά τό χειριστοῦμε μέ εὐγένεια καί διάκριση, ἀλλά δέ θά τό διαγράψουμε ἀπότομα, διότι ἔτσι ὄχι μόνο θά κόψουμε τό θάρρος σ' αὐτόν πού μίλησε, ἀλλά θά χαλάσουμε καί τή γενικότερη ἀτμόσφαιρα καί θά καταστρέψουμε καί τή διάθεση νά μιλήσουν καί οἱ ὑπόλοιποι, ἀφοῦ κανείς δέν ἐπιθυμεῖ νά λέγει τίς σκέψεις του, ὅταν ἔχει ἀπέναντί του ἕναν αὐστηρό ἰθύνοντα - κριτή. Μέ τήν εὐγένεια, τήν προτροπή, τήν ἐπιβράβευση καί τήν εὐχαριστία θά κρατᾶμε τίς ψυχές μαλακές, γιά νά πέσει καί νά ριζώσει μέσα τους ὁ σπόρος τοῦ Θείου Λόγου.

Τέταρτον: εὐχάριστη ἀτμόσφαιρα, ἀλλά μέ μέτρο. Ἕνα καλό μυστικό, πού ἀπέδωσε θαυμάσιους καρπούς ὅπου ἐφαρμόστηκε, εἶναι νά ὑπάρχει στό ἑσπερινό κήρυγμα ἤ στόν κύκλο συμμελέτης εὐχάριστη καί χαρούμενη ἀτμόσφαιρα.  Πολλές φορές νομίζουμε πώς, γιά νά ἐπιτύχουμε σέ κάποιο ἔργο, θά πρέπει νά ἔχουμε οἰκοδομήσει γύρω μας μία ἀτμόσφαιρα σοβαρή καί μετρημένη. Νομίζουμε ὅτι ἐξασφαλίζουμε τήν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων, ἀρκεῖ νά συμπεριφερόμαστε μέ ψεύτικη ἱεροπρέπεια, νά ὁμιλοῦμε ἀργόσυρτα, μέ ἐλεγχόμενη θεατρινίστικη περίσκεψη, νά κατευθύνουμε τή φωνή μας σέ συναισθηματικούς λυρισμούς, ἀναλόγως μέ αὐτούς πού θέλει ν' ἀκούσει ὁ συνομιλητής μας, νά βαδίζουμε λιτανευτικά,  νά μακραίνουμε τό κράσπεδο τοῦ ἱματίου μας,  νά περιχαρακωνόμαστε πίσω ἀπό μία σοβαροφάνεια. Δίνουμε τήν παράσταση τοῦ σοβαροῦ καί νομίζουμε πώς ἔτσι οἱ πιστοί μᾶς θαυμάζουν. Νά ξέρουμε ὅμως πώς οἱ ἄνθρωποι ἔχουν διαίσθηση καί καταλαβαίνουν τό ψεύτικο καί τό ἐπίπλαστο. Τόν ἄνθρωπο, πού ἀναλαμβάνει νά τούς διδάξει τήν πίστη καί τό εὐαγγέλιο, τόν προτιμοῦν νά βρίσκεται κοντά τους καί ὡς πρός τήν ἰδοσυγκρασία τους καί ὡς πρός τή νοοτροπία τους. Τό δάσκαλο, λειτουργό καί πατέρα τόν θέλουν ἁπλό καί προσβάσιμο, εὐχάριστο, ἀλλά ὄχι γελοῖο, τόν θέλουν ἱεροπρεπή καί σοβαρό, ἀλλά ὄχι ὑποκριτή καί ἐπίπλαστο, τόν θέλουν κοντά τους καί δίπλα τους, ἀλλά ὄχι εἰσβολέα στό ὅριά τους. Ἄρα λοιπόν στό ἑσπερινό κήρυγμα καί στόν κύκλο συμμελέτης θά φροντίσουμε νά ἐπικρατεῖ μία ἀτμόσφαιρα χαρούμενη μέ τό χαμόγελό μας, ἀνάλαφρη μέ τίς πνευματώδεις παρεμβάσεις καί τά εὔστοχα σχόλιά μας, ζεστή καί ἀγαπητική μέ τό γνήσιο ἐνδιαφέρον μας γιά ἕναν ἕναν ἀπό τούς ἀκροατές μας προσωπικά. Μέ τό ἦθος καί τό ὕφος μας νά βγάζουμε αὐτό πού λένε ὡραῖα οἱ πατέρες, μία «ἀνάπαυση». Νά προκαλοῦμε ἐσωτερική ξεκούραση σέ ὅσους μᾶς πλησιάζουν. Ἀπ' αὐτό ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καί ὄχι ἀπό τίς «σοφίες» πού θά τοῦ ποῦμε. Ἡ εὐχάριστη ἀτμόσφαιρα δέν σημαίνει κοσμικότητα καί ἀνόητους ἀστεϊσμούς. Ἡ εὐχάριστη ἀτμόσφαιρα σημαίνει νά μεταγγίζουμε τή χαρά τοῦ Χριστοῦ γύρω μας, αὐτή τή χαρά πού κανείς οὕτως ἤ ἄλλως δέν μπορεῖ νά μᾶς τήν ἀφαιρέσει.

Πέμπτον: ὀργάνωση παράλληλων ἐκδηλώσεων. Γιά νά ἐπιτύχει ἡ ὁποιαδήποτε ἀπογευματινή διδακτική μας προσπάθεια δέν εἶναι ἀρκετό νά περιοριστοῦμε στήν τυπική διαδικασία τῆς διδασκαλίας. Ἡ μονοτονία σκοτώνει ἀκόμη καί τίς καλύτερες προθέσεις. Στή διάρκεια τοῦ ἔτους καλό εἶναι νά ἔχουμε σχεδιάσει καί κάποιες παράλληλες ἐκδηλώσεις, πού θά δώσουν μία ποικιλία στίς συναντήσεις μας διαφορετική ἀπό τό ἀναμενόμενο καί θά ἐκπλήξουν εὐχάριστα τούς συμμετέχοντες στή διακονία μας. Μποροῦμε μέ τήν ὁμάδα μας νά πᾶμε μία μικρή ἐκδρομούλα, νά ὀργανώσουμε ἀντί τοῦ μαθήματος ἤ μετά ἀπ' αὐτό μία μικρή συνεστίαση, νά προβάλουμε ἴσως κάποια ταινία, νά καλέσουμε κάποιον ἄλλο νά ὁμιλήσει ἀντί γιά μᾶς καί ὅ,τι ἄλλο κρίνουμε ὅτι θά βοηθήσει νά δέσει ἡ ὁμάδα μας περισσότερο καί νά δημιουργηθοῦν δεσμοί χριστιανικῆς φιλίας καί εὐαγγελικῆς ἀγάπης.

 Αὐτά εἶναι τά γενικά πλαίσια μέσα στά ὁποῖα θά κινηθοῦμε γιά νά ὀργανώσουμε τό ἑσπερινό μας κήρυγμα ἤ τόν κύκλο συμμελέτης Ἁγίας Γραφῆς. Ἀναμφίβολα εἶναι κάπως κουραστικό νά τά ἀκοῦμε. Νά εἴμαστε βέβαιοι ὅμως πώς εἶναι πολύ πιό κουραστικό νά ἐργαστοῦμε, γιά νά ὀργανώσουμε ὅλη αὐτή τή διδακτική ἐργασία. Μή μᾶς ἀποθαρρύνει αὐτό. Ὁ Κύριος, πού μᾶς πλούτισε μέ τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης καί μᾶς ἐπέλεξε νά γίνουμε γεωργοί τοῦ ἀμπελῶνος Του διά τῶν εὐχῶν καί τῶν χειρῶν τοῦ ἐπισκόπου πατέρα μας, δέν πρόκειται νά ξεχάσει ποτέ οὔτε καί τόν ἀπειροελάχιστο κόπο πού κάναμε γιά τήν ἀγάπη Του. Ὅταν θά ἔλθει νά ζητήσει τούς καρπούς στήν κατάλληλη ὥρα τῆς ὀγδόης καί ἀτελευτήτου ἡμέρας, μακάρι νά μή σταθοῦμε ἀπέναντί Του ἀμήχανα σιωπῶντες, ἀλλά νά ἔχουμε νά Τοῦ δείξουμε λίγες σταγόνες ἱδρώτα πού χύσαμε στό χωράφι Του. Ἔτσι θά μπορέσουμε μέ βάση τό «ὅ ὀφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν», ἔστω καί ἄν τό κάναμε πολύ κατώτερα ἀπ' ὅ,τι ἔπρεπε, νά Τοῦ ζητήσουμε νά διαγράψει τά ἀμέτρητα λάθη μας καί νά καταδεχθεῖ νά μᾶς συμπεριλάβει ὡς συλλειτουργούς Του στό αἰώνιο θυσιαστήριο τῆς μακαρίας καί ἀτελεύτητης Βασιλείας Του.