Του Πρωτ. Χρίστου Χαχαμίδη, Δρος Θεολογίας
Λένε πολλοί ότι η εποχή μας είναι αδύνατον να βγάζει Αγίους της Εκκλησίας μας. Λένε, επίσης, ότι οι Άγιοι υπήρξαν μόνο στην εποχή των πρώτων Χριστιανικών αιώνων. Όλα αυτά, όμως, δεν είναι αλήθεια. Κι αυτό γιατί και ο 20ός, αλλά και ο αιώνας μας έχει αποδώσει πολλούς Αγίους στην Εκκλησίας μας. Ο Άγιος της στοργής και της συμπόνιας, ο Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως, ο θαυματουργός, αποτελεί ένα δώρο του Θεού στον κόσμο, στις πενιχρές μέρες του 20ού αιώνα, αλλά κυρίως στη πατρίδα μας τις δύσκολες αυτές μέρες που διερχόμαστε. Στο πρόσωπο του ανακαλύπτει κανείς ένα μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, όπου η αγιότητα του βίου συνδυάζεται με τη χάρη της θαυματουργίας αλλά και την γνήσια Ορθόδοξη διδασκαλία. Οι Άγιοι είναι αυτοί πού διήνυσαν το μακρύτερο δρόμο, από τη γη στον ουρανό. Αυτοί που πάλεψαν με τους αόρατους εχθρούς και τούς νίκησαν, αυτοί που αντέστρεψαν μέσα τους τον εμπαθή ρυθμό της ψυχής, έγιναν ταπεινοί και πράοι, σκηνώματα του Αγίου Πνεύματος, θεοί κατά χάριν. Θεός κατά χάριν είναι και ο παγκόσμιος Άγιος και Διδάσκαλος της Εκκλησίας μας, ο Άγιος Νεκτάριος, ο θαυματουργός Επίσκοπος Πενταπόλεως.
Γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης το 1846. Παρακολουθώντας την ιστορική διαδρομή του βίου του, τον συναντούμε στην Κωνσταντινούπολη, δεκατετράχρονο παιδί, να εργάζεται και να σπουδάζει στη Νέα Μονή της Χίου, να κείρεται μοναχός (1876) και να χειροτονείται διάκονος (1877) στην Αθήνα, να ολοκληρώνει τις θεολογικές του σπουδές (1885) στην Αίγυπτο, να διακονεί επί μια πενταετία στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Εκεί χειροτονείται Πρεσβύτερος (1886) και Επίσκοπος Πενταπόλεως (1889). Εξαιτίας του φθόνου που προκαλεί το πολυδιάστατο έργο του, συκοφαντείται και απομακρύνεται από το Πατριαρχείο. Έκθαμβο αφήνει το μελετητή του βίου του η αμνησικακία του ανεξίκακου Αγίου· δέχεται τον άδικο διωγμό του από την Αλεξάνδρεια με μακροθυμία, συνεχίζοντας να επικοινωνεί με το διώκτη του Πατριάρχη Σωφρόνιο, αποστέλλοντάς του τα βιβλία του και γράφοντας για όσους τον πίκραναν· «Εγώ ήδη αφήκα πάντα και δέομαι υπέρ των αμαρτησάντων εις εμέ», διδάσκοντάς μας πρακτικά πώς να σηκώνουμε το σταυρό των θλίψεων. Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1890, όπου περιφέρεται ως απλός ιεροκήρυκας μέχρι το 1894, που αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής. Το 1908 για λόγους υγείας παραιτείται και αποσύρεται στην Αίγινα, στη γυναικεία Μονή της Αγίας Τριάδος, που ο ίδιος έχει ιδρύσει από το 1904. Εκεί παραμένει, ως πνευματικός της Μονής, μέχρι το τέλος της ζωής του (1920).
Μια ιερή πορεία εβδομήντα τεσσάρων χρόνων, κατάφορτη από καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Νηστεύει, αγρυπνεί, προσεύχεται, θαυματουργεί. Ταυτίζει το θέλημά του με τη Θεία θέληση και γίνεται ο άνθρωπος του Θεού, ο "παθών και μαθών τα Θεία". Λειτουργεί σαν άγγελος, προσεύχεται χωρίς να πατάει στη γη. Αναδεικνύεται ένθερμος εραστής της Αγίας Τριάδος και εγκάρδιος υμνητής της Υπεραγίας Θεοτόκου. Θεολόγος θεόπνευστος και συγγραφέας ακούραστος. Κηρύττει, εξομολογεί, νουθετεί, θυσιάζεται για τον πλησίον. Οι ελεημοσύνες του άπειρες. Οι θαυματουργίες του ανεξάντλητες. Ο βιογράφος του Αγίου παρατηρεί: « Ήρκει επίκλησις του θείου ελέους υπό του Αγίου και ευθύς επήρχετο η εξ ύψους βοήθεια. Τα αιτήματα των χριστιανών επληρούντο, ασθενείς εθεραπεύοντο, ιδία πάσχοντες εκ πονηρών πνευμάτων, τεθλιμμένοι και πενθούντες παρηγορούντο, άπιστοι και πολέμιοι της χριστιανικής πίστεως μετεβάλλοντο διά των σοφών κηρυγμάτων αυτού εις ενθέρμους κήρυκας αυτής, συκοφάνται και κατήγοροι αφωπλίζοντο, φιλάργυροι και ανελεήμονες καθίσταντο γενναιόδωροι τοις πτωχοίς, εν γένει δε εν πάσι διέλαμπε και εθαυματούργει η αγιότης του Αγίου Πατρός». Η παρουσία του γαληνεύει, ειρηνεύει, εμπνέει τους πάντες. Είναι αληθινά μεγάλος, γι' αυτό και βαθιά ταπεινός. Είναι αρχιερέας του Υψίστου, αλλά γίνεται και καθαριστής, κηπουρός, τσαγκάρης και χτίστης, μέχρι τα γεράματά του. Για τους απανταχού της γης εραστές του πλούτου και της δόξας, η ακτημοσύνη και η κατά Χριστόν πενία του Αγίου αποτελούν σκάνδαλο. Άνθρωπος του «εἶναι» και όχι του «έχειν», πάντοτε ευχαριστεί το Θεό για την πτωχεία του, η δε ελεημοσύνη του είναι παροιμιώδης. Τίποτε δεν κρατά για τον εαυτό του. Όλα τα μοιράζει, τα λίγα χρήματά του, τα ράσα του, τα παπούτσια του. Η δε εργασία του στο μοναστήρι της Αίγινας (κατασκευή λάσπης για το χτίσιμο της Μονής) γίνεται κάποτε αιτία να δεχθεί την παρατήρηση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Μελετίου ότι τάχα υποβιβάζει το αξίωμα της αρχιερωσύνης. Συκοφαντείται βαριά κι εκείνος ειρηνικά υπομένει, προσεύχεται, συγχωρεί, ευχαριστεί για όλα. Ένας πιστός μιμητής του πράου και ταπεινού Ιησού, που η Εκκλησία μας ανακηρύσσει επίσημα ως Άγιο το 1961. Όντως ο Άγιος Νεκτάριος είναι ο Άγιος του αιώνος μας, ο γλυκύς, ο πράος, ο ανεξίκακος, ο ταπεινός, ο θαυματουργός και για αυτό έλαβε και λαμβάνει τόση χάρη από τον Κύριος της Δόξης. Η πόλη μας και η ενορία της Αναλήψεως του Χριστού Βόλου θα έχουν την ιδιαίτερη τιμή και ευλογία να υποδεχθούν και φιλοξενήσουν με την δέουσα εκκλησιαστική τάξη και λαμπρότητα την δεξιά χείρα του Αγίου Νεκταρίου που θα έρθει για πρώτη φορά στη πόλη μας, την Κυριακή 9 Ιουνίου στις 7.00 το απόγευμα. Το Ιερό Λείψανο της Δεξιάς Χειρός του Αγίου Νεκταρίου του Θαυματουργού, θα παραμείνει στον Ιερό Ναό επί οκτώ ημέρες, μέχρι την Κυριακή 16 Ιουνίου ε.έ., προκειμένου ο ορθόδοξος λαός μας να πάρει την ευλογία του Αγίου μας. Καθ' όλη την παραμονή του Ιερού Λειψάνου θα τελούνται Ιερές ακολουθίες και Αγρυπνίες. Ο θαυματουργός Άγιος των ημερών μας να παρέχει ενί εκάστω, εν παντί και πάντοτε την πατρική και σωστική αντίληψή του και βοήθεια.