ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΒΕΛΕΣΤΙΝΟΥ κ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ
Τήν 8η ᾿Ιουνίου 1977 ἔκλεισε ὁριστικά ἡ τελευταία σελίδα τοῦ βιβλίου τοῦ πολυκύμαντου βίου ἑνός χαρισματικοῦ ῾Ιεράρχη τῆς ῾Ελλαδικῆς ᾿Εκκλησίας, τοῦ ἀπό Τριφυλίας καί ᾿Ολυμπίας Μητροπολίτη Δημητριάδος καί ῾Αλμυροῦ κυροῦ Δαμασκηνοῦ (Χατζοπούλου). ῾Η κηδεία του τελέσθηκε στό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ ᾿Απ. Παύλου τῆς γενέτειράς του, τῆς Κορίνθου, στό Κοιμητήριο τῆς ὁποίας ἀναπαύθηκε τό σκληρότατα δοκιμασθέν στή ζωή αὐτή ἱερό σκήνωμά του. Στήν ἐπιτύμβιο πλάκα ἐπιγραμματικά, ἀλλά μέ ἐπιτυχία σκιαγραφεῖται ἡ ἰσχυρά καί πολυτάλαντη προσωπικότητα τοῦ ἀνδρός.
᾿Ενθάδε κρύπτει τύμβος φίλης τῆς Κορινθίας πατρώας Δέμας ᾿Αρχιερέως Δαμασκηνοῦ Χατζοπούλου Ποιμενάρχου Δημητριάδος, ᾿Ανδρός γενομένου καλοῦ κἀγαθοῦ, ὑπέρ Πίστεώς τε Χριστοῦ καί Πατρίδος ῾Ελλάδος πολλά τλησαμένου, ἐν δεσμοῖς καί βασάνοις, (παρ' ἀλλοτρίων καί ψευδαδέλφων). ᾿Αθῆναι, Κόρινθος, Κυπαρισσία, Βόλος ηὐμοίρησαν ᾿Αποστολικῆς διακονίας Αὐτοῦ. Ναζιστικόν στρατόπεδον Νταχάου μαρτυρεῖ· «Μεῖνον πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς» (᾿Αποκαλ. 2, 10 ).
᾿Εδῶ ὁ τάφος τῆς φιλόξενης πατρικῆς γῆς, τῆς Κορίνθου, κρύβει τό σῶμα τοῦ ᾿Αρχιερέως Δαμασκηνοῦ Χατζοπούλου, Ποιμενάρχου τοῦ Βόλου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἄνθρωπος καλός καί ἀγαθός καί ὑπέφερε πολλά γιά τήν πίστη του στό Χριστό καί γιά τήν ἀγάπη του πρός τήν Πατρίδα ῾Ελλάδα, ἀπό ἐχθρούς καί ἀπό ψεύτικους ἀδελφούς. ῾Η ᾿Αθήνα, ἡ Κόρινθος, ἡ Κυπαρισσία καί ὁ Βόλος εἶχαν τήν τύχη νά γευθοῦν τούς καρπούς τῆς Διακονίας του. Τά βάσανά του στό Ναζιστικό στρατόπεδο τοῦ Νταχάου βεβαιώνουν ὅτι ἀφοῦ ἔμεινε πιστός μέχρι θανάτου στό θέλημα τοῦ Κυρίου, θά λάβῃ ἀπό ᾿Εκεῖνον καί τό στεφάνι τῆς αἰωνίου ζωῆς.
῾Ο Σεβασμιώτατος Δαμασκηνός, κατά κόσμον Γεώργιος Χατζόπουλος, γεννήθηκε στήν Κόρινθο τό 1913. ῾Ο πατέρας του πέθανε πρίν τόν γνωρίσῃ. ῾Η μητέρα καί ὁ παππούς του ἀνασύρθηκαν νεκροί ἀπό τά ἐρείπια τῶν σεισμῶν τοῦ 1928.
῾Η ἀγάπη τοῦ μικροῦ Γεωργίου πρός τήν ᾿Εκκλησία προσείλκυσε τά βλέμματα καί τό ἐνδιαφέρον δύο σπουδαίων ἐκκλησιαστικῶν Προσωπικοτήτων, τοῦ τότε Μητροπολίτη Κορίνθου καί ἔπειτα ᾿Αρχιεπισκόπου καί ᾿Αντιβασιλέως Δαμασκηνοῦ, καί τοῦ Πρωτοσυγκέλλου του, τοῦ μετέπειτα Μητροπολίτου ᾿Ηλείας Γερμανοῦ. ᾿Εκεῖνοι τόν περιέβαλαν μέ τήν ἀγάπη τους καί τόν βοήθησαν νά περατώσει τίς γυμνασιακές σπουδές του στήν Κόρινθο καί νά φοιτήσει ἔπειτα στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου ᾿Αθηνῶν, ὅπου εἰσήχθη τό 1932 καί διεκρίθη γιά τή φιλομάθειά του καί τίς ἄλλες ἀρετές καί ἱκανότητές του. Διετέλεσε Πρόεδρος τοῦ «Φοιτητικοῦ Θεολογικοῦ Συνδέσμου» καί ἀκολούθως καί τῆς «Παμφοιτητικῆς ῾Ομοσπονδίας». Τό 1936 ἔλαβε τό πτυχίο του, ἐκάρη Μοναχός στήν ῾Ι. Μονή Πεντέλης καί ἔλαβε τό ὄνομα Δαμασκηνός κατ' ἐπιθυμίαν τοῦ Γέροντά του, Μητροπολίτου Κορίνθου Δαμασκηνοῦ καί πρός τιμήν του. ᾿Εκεῖνος τό 1937, τόν χειροτόνησε Διάκονο στήν Κόρινθο. Τό 1938 ἐχειροτονήθη Πρεσβύτερος καί ἐχειροθετήθη ᾿Αρχιμανδρίτης στήν Τρίπολη ἀπό τό Μητροπολίτη Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως καί ἔπειτα Μητροπολίτη Κορίνθου Προκόπιο. Στήν Τρίπολη ὑπηρέτησε ὡς ῾Ιεροκήρυξ καί διεκρίθη γιά τό ζῆλο του. Τόν ᾿Ιούνιο τοῦ 1940 προσελήφθη ὡς Πρωτοσύγκελλος τῆς ῾Ι. Μητροπόλεως Κορινθίας ἀπό τό νέο Μητροπολίτη Κορίνθου καί ἔπειτα ᾿Αρχιεπίσκοπο ᾿Αμερικῆς Μιχαήλ. ῾Η νέα θέση του ἔδωσε σ' αὐτόν τή δυνατότητα νά ἐκδηλώσει καί τά διοικητικά του προσόντα. ῾Η ἰσχυρή προσωπικότητά του ἦταν πλέον φανερή καί ὁλοκληρωμένη, καθώς ἀνέπτυσσε σέ ὅλους τούς τομεῖς ἔντονη δραστηριότητα. Τόν ᾿Οκτώβριο τοῦ 1940 κηρύσσεται ὁ ᾿Ιταλοελληνικός πόλεμος καί ἐκεῖνος πρόθυμα δίδει τό παρόν στό προσκλητήριο τῆς Πατρίδας. 27 ἐτῶν κατατάσσεται ὡς ὑπολοχαγός ῾Ιερέας τοῦ 30οῦ Συντάγματος καί βρίσκεται στήν ᾿Αλβανία, ὅπου ἀγωνίζεται μέ ἡρωισμό καί αὐτοθυσία στίς ἐπάλξεις τοῦ ἀγώνα καί γίνεται παράδειγμα καί φωτεινός ὁδηγός τῶν ἀγωνιζομένων στρατιωτῶν στούς ὁποίους ἐμπνέει πίστη στό Θεό, θάρρος καί γενναιότητα, γεγονός διά τό ὁποῖο ἡ Πατρίδα θά τοῦ ἀπονείμει ἔπειτα ἐπάξια «τόν Πολεμικό Σταυρό μετά ξιφῶν καί τό Μετάλλιο τῶν ἐξαιρέτων πράξεων».
῞Οταν ἐπιστρέφει στήν Κόρινθο συνεχίζει τόν ἀγώνα του. ᾿Αναπτύσσει ἐθνική, ἐκκλησιαστική καί κοινωνική δραστηριότητα μέ συνέπεια νά συλληφθεῖ ἀπό τούς ᾿Ιταλούς τό 1942 καί νά ὁδηγηθεῖ στήν ᾿Ιταλία καί ἔπειτα στό φρικτό στρατόπεδο Νταχάου μέ τόν ἀριθμό 57.754. ᾿Εκεῖ θά παραμείνει ἐπί δύο ἔτη μέχρι νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τούς Συμμάχους τό 1945. ῾Η διαμονή του ἐκεῖ ἦταν ἀπό πάσης ἀπόψεως μαρτυρική. ῾Υπέστη φρικτά βασανιστήρια ἀπό τούς κτηνώδεις Ναζιστές. Τό γυμνό καί ἐξαντλημένο ἀπό τήν πεῖνα, τίς κακουχίες καί τίς στερήσεις σῶμα του μαστιγώθηκε ἐπανειλημμένα μέ πυρακτωμένο συρματόσχοινο. Τοῦ ἔσπασαν τά δόντια. Τοῦ ξερρίζωσαν τά νύχια ἀπό χέρια καί πόδια. Καί ὅμως ὑπέμενε τά πάντα μέ χριστιανική καρτερία καί αὐταπάρνηση, ἡ ὁποία ἤγγιζε τά ὅρια τῆς ἁγιωσύνης.
Τόν ᾿Απρίλιο τοῦ 1945 ἐπέστρεψε στήν ᾿Αθήνα, ζωντανό ἀνθρώπινο ράκος, ἀλλά μέ δύο φωσφορίζοντα μάτια, πού τά ἔκαιγε ἡ φλόγα τῆς πίστεως καί τά ἔκανε νά λάμπουν ἀπό τό φῶς τῆς ἐλπίδας καί τῆς σωτηρίας. Τό Νοέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους ἡ ῾Ιερά Σύνοδος τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ἀπένειμε σ' αὐτόν τόν ἔπαινο καί τήν εὐαρέσκειά Της καί τόν διόρισε Προϊστάμενο τοῦ ῾Ι. Ναοῦ ῾Αγίου Κωνσταντίνου ῾Ομονοίας καί Γραμματέα τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς ᾿Εκκλησίας. Τό 1950 ἐκλέγεται, χειροτονεῖται καί ἐνθρονίζεται ᾿Επίσκοπος τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως Τριφυλίας καί ᾿Ολυμπίας. ᾿Αμέσως ἄρχισε τήν πνευματική καλλιέργεια τοῦ Ποιμνίου του μέ ὁδηγό του τό λόγο τοῦ ᾿Απ. Παύλου· «᾿Εγενόμην τά πάντα τοῖς πᾶσιν, ἵνα πάντως τινάς σώσω» (Α´ Κορ. 9, 22).
῾Απλός, γλυκύς, ἀλλά καί ὁρμητικός γνώριζε μέ τήν ἀγάπη του νά πλημμυρίζει τίς καρδιές τῶν πιστῶν μέ ἀγαλλίαση, ἀλλά καί νά ἀσκεῖ τήν ἐξουσία του, γιά νά παιδαγωγεῖ τούς ἀτάκτους. Τό ἔργο του ὑπῆρξε σημαντικό στή Μητρόπολη ἐκείνη.
Τό Νοέμβριο 1957 ἐκλέγεται Μητροπολίτης Δημητριάδος καί τήν 1-12-1957 φθάνει στό Βόλο καί ἐνθρονίζεται. Τό ἔργο πού τόν ἀναμένει εἶναι δύσκολο. Οἱ ἱεροί Ναοί ἦταν σχεδόν ὅλοι καταστρεμμένοι καί στεγάζονταν σέ ξύλινα παραπήγματα καί ἐκεῖνος ἔτρεχε γιά νά θεμελιώνει Ναούς. Μετέφερε τά Γραφεῖα τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως ἀπό τό παράπηγμα πού ἦταν στή θέση τοῦ σημερινοῦ παρεκκλησίου τοῦ ῾Αγ. Νεκταρίου στήν ὁδό Κασσαβέτη. ῎Εκτισε τό Γυμνασιακό Οἰκοτροφεῖο ᾿Αρρένων, στό ὁποῖο στεγάσθηκαν πολυάριθμοι μαθητές ἐπί πολλά ἔτη.
᾿Αγόρασε οἰκόπεδο ἐπί τῶν ὁδῶν Κ. Καρτάλη - Γαζῆ καί θεμελίωσε τό Πνευματικό Κέντρο, τό ὁποῖο ὀνόμασε «῞Αγιος ᾿Ιωάννης Δαμασκηνός», γιά νά γίνονται ὁμιλίες, τελετές, καί διάφορες ἄλλες ἐκδηλώσεις καί κυρίως οἱ συναθροίσεις τῶν νέων. ᾿Εξοικονόμησε, μάλιστα, σεβαστό χρηματικό ποσό γιά νά ἀρχίσει τό ἔργο. Δυστυχῶς ἡ ἐκδίωξή του ἀπό τή Χούντα τῶν Συνταγματαρχῶν καί τή συνεργαζόμενη μετ' αὐτῶν ἀριστίνδην Σύνοδο, δέν ἐπέτρεψαν εἰς ἐκεῖνον νά ὁλοκληρώσει τό ἔργο του. ῎Αφησε, ὅμως, τήν οἰκονομική δυνατότητα στό διάδοχό του νά συνεχίσει τό ἔργο αὐτό. ῞Ιδρυσε τή Σχολή Κωφαλάλων. ᾿Ενδιαφέρθηκε γιά τήν ἀνέγερση Οἰκοτροφείου Θηλέων καί ἀγόρασε ἀπό τούς Παλαιοημερολογίτες τό χῶρο, ὅπου βρίσκεται τό Παρεκκλήσιο τοῦ ῾Αγίου Νεομάρτυρος ᾿Αποστόλου, ἀλλά ἡ ἐκδίωξή του ἐματαίωσε τό σχέδιό του. ῎Ετσι ἀγωνιζόμενος ἔφυγε ἀπό τό Βόλο τό Νοέμβριο τοῦ 1968, γιά νά ἀναπαυθῆ τελικά στό Κοιμητήριο τῆς Κορίνθου.