ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΙΕΡΟΚΗΡΥΚΟΣ ΤΗΣ Ι.Μ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ
Ο Μακαριστός ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν & πάσης ῾Ελλάδος, ὁ ἀπό Δημητριάδος, Χριστόδουλος (κατά κόσμον Χρῆστος) Παρασκευαΐδης, γεννήθηκε στήν ᾿Αθήνα τό 1939, ἔχοντας ἄμεση καταγωγή ἀπό τήν ἀκριτική Ξάνθη καί πιό μακρινή ἀπό τήν ᾿Αδριανούπολη. ῾Ο πατέρας του Κωνσταντῖνος, ἐπιφανής προσωπικότητα τῆς πόλης, διετέλεσε Δήμαρχος Ξάνθης, τήν περίοδο μετά τόν Β´ Παγκόσμιο πόλεμο. Διακρινόταν γιά τήν αὐστηρότητα τοῦ ἤθους, τήν εὐθυκρισία, τήν ἐντιμότητα, τήν αὐξημένη ᾿Εκκλησιαστική καί ᾿Εθνική συνείδηση. ῾Η μητέρα του Βασιλική ἦταν ἡ προσωποποίηση τῆς ταπείνωσης, τοῦ σεμνοῦ καί διακριτικοῦ βίου.
῾Ο Μακαριστός ᾿Αρχιεπίσκοπος πολύ γρήγορα ἐπέδειξε ἰδιαίτερη ἔφεση στά γράμματα. Μαθήτευσε στήν περίφημη Λεόντειο Σχολή τῶν ᾿Αθηνῶν, κάνοντας παράλληλες ὑψηλές σπουδές στήν Εὐρωπαϊκή καί Βυζαντινή μουσική. Τήν ἴδια περίοδο τῶν ἐφηβικῶν του χρόνων συνδέθηκε στενά μέ τήν ἐνοριακή ζωή καί τόν λειτουργικό βίο τῆς ᾿Εκκλησίας, καθώς ἔκανε κομμάτι τῆς καθημερινότητάς του τήν ἱεροψαλτική καί ἄλλη διακονία στήν ἐνορία του τήν ῾Αγία Ζώνη Κυψέλης.
Σπούδασε Νομική καί Θεολογία στό Πανεπιστήμιο τῶν ᾿Αθηνῶν καί ἔλαβε τόν τίτλο τοῦ Διδάκτορος τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου, ὑποβάλλοντας τήν γνωστή καί περίφημη διπλωματική του ἐργασία περί τοῦ Παλαιοημερολογητικοῦ ζητήματος. ῾Η βαθιά κλίση του, ὅμως, πρός τήν ἱερωσύνη τόν ὁδήγησε στά χέρια ἐμπείρου πνευματικοῦ καθοδηγητοῦ καί πατρός, τοῦ μετέπειτα Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Καλλινίκου, κοντά στόν ὁποῖον μυήθηκε στό ἱεραποστολικό πνεῦμα καί τήν ἀγάπη γιά τόν μοναχικό βίο, πού ἔλαβε σάρκα καί ὀστά τό 1961, ὅταν ἐκάρη μοναχός, μέ τό ὄνομα Χριστόδουλος καί ἐγκαταβίωσε στήν ῾Ι. Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων. Τήν ἴδια χρονιά χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη Τρίκκης Διονύσιο καί ἀνέπτυξε πλούσια ἱεροκηρυκτική καί κατηχητική δράση σέ ὅλο τό εὖρος τῆς Μητροπόλεως.
Τό 1965, εὑρισκόμενος ἤδη, μετά τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητός του, στήν ᾿Αθήνα, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καί ᾿Αρχιμανδρίτης ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη Κίτρους Βαρνάβα καί διορίστηκε ῾Ιεροκήρυξ ἀρχικά στόν ῾Ι. Ναό Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος ᾿Ασυρμάτου καί στή συνέχεια στήν Παναγίτσα τοῦ Παλαιοῦ Φαλήρου, ὅπου ἀνέπτυξε πλούσια ποιμαντική δράση σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς διακονίας του. ῎Αγνωστη στούς πολλούς παραμένει ἡ ἀπόσπασή του τό 1967, μέ ἀπόφαση τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου, στήν ἀκριτική Μητρόπολη Πολυανῆς καί Κιλκισίου, ὅπου παρέμεινε γιά ἕξι μῆνες ἀναπτύσσοντας σπουδαῖο ῾Ιεραποστολικό καί ἐθνικό ἔργο στήν ῾Ελληνοβουλγαρική μεθόριο. ᾿Από ἐκεῖ ἐκλήθη ἀπό τόν τότε ᾿Αρχιεπίσκοπο κυρό ῾Ιερώνυμο Α´ νά ἀναλάβει καθήκοντα Γραμματέως τῶν ᾿Εκκλ/κῶν Δικαστηρίων καί Γραμματέως τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου. ᾿Από τῆς θέσεως τοῦ ᾿Αρχιγραμματεύοντος ἐξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος & ῾Αλμυροῦ στίς 13/7/1974, σέ ἡλικία 35 ἐτῶν.
῾Ως Ποιμενάρχης τῆς Μητροπόλεώς μας ἀνέπτυξε πλούσιο πνευματικό, φιλανθρωπικό καί συγγραφικό ἔργο. Βασικό του μέλημα ἦταν ἡ ἐπιμόρφωση τῶν ὑπαρχόντων κληρικῶν καί ἡ εἴσοδος στήν χορεία τοῦ ῾Ιεροῦ Κλήρου νέων προσοντούχων προσώπων. ᾿Επεδίωκε οἱ ὑποψήφιοι κληρικοί νά διακρίνονται ὄχι μόνο ἀπό τήν αὐτονόητη εὐσέβεια καί πνευματικότητα ἀλλά καί ἀπό τήν θύραθεν μόρφωση.
᾿Από τίς πρωταρχικές ἐπιλογές του ἦταν ἡ διαρκής πνευματική καλλιέργεια καί ἀναγέννηση τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η λεγόμενη ἐσωτερική κατήχηση καί ἱεραποστολή, στηρίχθηκε τόσο στόν ἴδιο καί στούς κληρικούς του, ὅσο καί στήν ἐνεργοποίηση ἱκανῶν λαϊκῶν στελεχῶν τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως.
῾Ο ἴδιος, ἐπί 24 ὁλόκληρα χρόνια, ἔκανε μεγάλες ὁμιλίες στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Μητροπόλεως ἀναπτύσσοντας σέ συνέχειες, θέματα κατηχητικοῦ καί ὁμολογιακοῦ ἐνδιαφέροντος. Παράλληλα, σέ 15ήμερη βάση, ἦταν ὁμιλητής στίς συνάξεις τῆς ῾Ενώσεως Χριστιανῶν ᾿Επιστημόνων καί τῆς Χριστιανικῆς Κοινωνικῆς ῾Ενώσεως, τίς ὁποῖες ὁ ἴδιος ἵδρυσε, μέ θέματα εἰδικοῦ ἐνδιαφέροντος.
Στίς βασικές του μέριμνες ἦταν ἡ πνευματική προσέγγιση εἰδικῶν κοινωνικῶν ὁμάδων τῆς ἐπαρχίας του, τίς ὁποῖες καλοῦσε σέ ἐτήσιες συνάξεις, κεντρικός ὁμιλητής στίς ὁποῖες ἦταν πάντοτε ὁ ἴδιος. Τέτοιες ὁμάδες ἦταν οἱ ἰατροί, οἱ νομικοί, οἱ ἐκπαιδευτικοί καί οἱ φοιτητές.
Δικαίως θεωρεῖται ἀπό τούς πλέον λειτουργικούς ῾Ιεράρχες. Χοροστατοῦσε καί κήρυττε ἀνελλιπῶς τίς Κυριακές σέ ὅλους τούς Ναούς τῆς Μητροπόλεως, καθώς καί στίς πανηγύρεις στίς πόλεις καί στά χωριά. Καθιέρωσε τίς ᾿Αρχιερατικές χοροστασίες στόν Μητροπολιτικό Ναό ῾Αγίου Νικολάου Βόλου, κατά τόν ῾Εσπερινό τοῦ Σαββάτου, προκειμένου κλῆρος καί λαός νά συμμετέχουν στήν ὑποδειγματική τέλεση τῆς ἀκολουθίας, ἡ ὁποία πάντα διανθιζόταν ἀπό θεῖο κήρυγμα ἐξ ἑνός κληρικοῦ ἐκ περιτροπῆς.
῞Ιδρυσε τήν Χριστιανική Νεολαία Δημητριάδος (Χ.ΝΕ.Δ.) στήν ὁποία ἐνεγράφησαν χιλιάδες νέα παιδιά τῆς σχολικῆς ἡλικίας, πού ἔδωσαν πνοή στά νεκρωμένα, ὡς τότε, κατηχητικά σχολεῖα τῶν ἐνοριῶν. ῾Η Χ.ΝΕ.Δ. γρήγορα λειτούργησε ὡς πρότυπο καί γιά πολλές ἄλλες Μητροπόλεις, οἱ ὁποῖες ὀργάνωσαν τό νεανικό τους ἔργο σέ ἀνάλογα πλαίσια.
Οἱ πρωτοβουλίες του στόν χῶρο τῆς φιλανθρωπίας καί τῆς κοινωνικῆς προσφορᾶς ὑπῆρξαν πρωτότυπες καί πρωτοποριακές. ῞Ιδρυσε τά πρῶτα τέσσερα Σπίτια Γαλήνης σέ ἀντίστοιχες μεγάλες ἐνορίες τοῦ Βόλου καί τῆς Νέας ᾿Ιωνίας (᾿Αναλήψεως, ῾Αγίου Κωνσταντίνου, Μεταμορφώσεως καί Εὐαγγελιστρίας), μέ σκοπό τήν καθημερινή σίτιση τῶν ἀδυνάμων κοινωνικῶν τάξεων τῆς πόλης καί τῶν κάθε λογῆς ἀναξιοπαθούντων. ῎Εργα του, ἐπίσης, εἶναι τό Κέντρο Συμπαραστάσεως Οἰκογενείας, ἡ Σχολή Γονέων, ὁ Συμβουλευτικός Σταθμός προβλημάτων ἐφηβείας, ὁ Σύλλογος Συμπαραστάσεως Κρατουμένων «῾Ο ᾿Εσταυρωμένος» κ.ἄ.
῞Υστερα ἀπό τήν 24χρονη καρποφόρο ποιμαντορία του στή Μητρόπολη Δημητριάδος, ἐξελέγη ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν & πάσης ῾Ελλάδος στίς 28/4/1998, σέ ἡλικία 59 ἐτῶν. Στά δέκα χρόνια τῆς ᾿Αρχιεπισκοπικῆς του διακονίας μίλησε στήν καρδιά τοῦ ῾Ελληνικοῦ λαοῦ καί ἔγινε ὁ μπροστάρης στούς ἀγῶνες τῶν δικαίων καί τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς του ἰδιοπροσωπίας. Δέ δίστασε νά συγκρουστεῖ μέ κατεστημένα συμφέροντα, νά ἔρθει σέ ρήξη μέ δυνάμεις πού ἐπιβουλεύονταν τίς ἀρχές, τίς παραδόσεις καί τήν ἱστορία τοῦ τόπου.
Δέν ἀναπαύθηκε στίς δάφνες τοῦ ἀξιώματός του, ἀλλά ἔφερε τήν ᾿Εκκλησία καί πάλι στό προσκήνιο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, διαλέχθηκε εἰλικρινά μέ τούς νέους, στήριξε τίς εὐπαθεῖς κοινωνικές ὁμάδες, ἔδωσε πνοή καί λόγο στήν ᾿Εκκλησία καί στόν ἱερό κλῆρο, προσέδωσε διεθνές κῦρος καί ὀντότητα στήν ᾿Εκκλησία τῆς ῾Ελλάδος, ἀνέπτυξε τόν διαχριστιανικό καί διαθρησκειακό διάλογο, ἐργάστηκε μέ ζῆλο γιά τήν προώθηση τῶν διορθοδόξων σχέσεων καί τήν ἑνότητα τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν.
Δέχθηκε ἀπίστευτες ἐπιθέσεις κακότητος καί συκοφαντίας, ἔσωθεν καί ἔξωθεν προερχόμενες, καί ἔχασε τή μάχη μέ τό θάνατο, ἔχοντας ἀνεξίτηλα πάνω του τά ἴχνη τῆς ἀδυσώπητης ἀμετροέπειας τῶν ὀλίγων, ἀλλά καί τῆς λατρείας καί εὐγνωμοσύνης τῶν πολλῶν, στίς 28/1/2008. ῾Ο ᾿Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, γιά πολλούς ὁ κορυφαῖος Προκαθήμενος τῆς μεταπολεμικῆς ῾Ελλάδος, κατέκτησε καί δικαίως περίοπτη θέση στήν καρδιά τοῦ ῾Ελληνικοῦ λαοῦ καί θά μένει πάντα στή μνήμη μας ὡς ὁ δικός μας, ὁ χαμογελαστός Χριστόδουλός μας.