H ΝΕΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟΣΙΤΙΣΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ - Άρθρο του Σεβ.Μητροπολίτου Δημητριάδος κ.Ιγνατίου στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (13/09/2014)

Σάββατο, 13 Σεπτέμβριος 2014

Του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου

 

Καθώς η νέα σχολική χρονιά ξεκινά, είναι βέβαιο, πως τα σχολεία μας θα αποτυπώσουν, με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο, την ευρύτερη πραγματικότητα της κοινωνίας της πατρίδας μας.

Αυτό, που κάποτε φαινόταν αδιανόητο, αποτελεί πλέον οδυνηρή πραγματικότητα: Θα αντικρύσουμε παιδιά με προβλήματα υποσιτισμού, παιδιά  με έλλειψη ακόμη και της στοιχειώδους σχολικής ύλης,  και συγχρόνως, παιδιά από αξιοπρεπείς οικογένειες, που αρνούνται να διατυμπανίσουν το πρόβλημά τους, που δεν επαιτούν, αλλά μόνον υπομένουν και αγωνίζονται.

Τα τελευταία χρόνια, η τοπική Εκκλησία του Βόλου και πολλές άλλες Μητροπόλεις, με έγκριση και συνεργασία του Υπουργείου Παιδείας, κατήρτισε κατάλογο εντεταλμένων  ιερέων για κάθε σχολείο -δημοτικό, γυμνάσιο, Λύκειο-, προκειμένου, με την μέριμνα των διευθυντών τους, οι ιερείς να αναλάβουν την φροντίδα μαθητών και των οικογενειών τους, που τυχόν κινδυνεύουν από υποσιτισμό. Το έργο αυτό, το οποίο και αποκάλυψε όλο το βάθος μιας πρωτόγνωρης κρίσης, συνοδεύτηκε από επίμονη προσπάθεια να τηρηθεί απόλυτη διακριτικότητα και αυστηρά εξατομικευμένη διαρκής φροντίδα, ώστε ούτε ένας μαθητής να μην νιώσει μειονεξία, ούτε και να  διαταραχτούν οι σχέσεις του με τον σχολικό του περίγυρο.

Όσο επιτυχημένα και αν λειτούργησαν αυτές οι πρωτοβουλίες, όσο κι αν δόθηκαν αποτελεσματικές λύσεις σε οικονομικά και οικογενειακά αδιέξοδα, είναι βέβαιο πως δεν μπορούν να καλύψουν όλες τις διαστάσεις μιας κρίσης, η οποία, κατά γενική ομολογία, αφορά ευρύτερα θέματα ηθικής, πνευματικότητας και στάσης ζωής.

Η Εκκλησία είναι ίσως από τους λιγότερο αιφνιδιασμένους χώρους από όσα τραγικά συμβαίνουν γύρω μας. Διότι από τη φύση της, αλλά και τον τρόπο της λειτουργίας της, είχε πάντα σαφή εικόνα, τόσο των υλικών αναγκών, που έντεχνα έκρυβε μια πλασματική ευμάρεια, όσο και μιας απόλυτης πνευματικής φτώχιας, αντίστοιχης της σημερινής οικονομικής, η οποία οδηγούσε ανθρώπους στην έλλειψη κάθε νοηματοδότησης του βίου τους.

Με την επίγνωση αυτών των αναγκών, η Εκκλησία  έδινε πάντα ιδιαίτερη σημασία στην τέλεση του Μυστηρίου της Εξομολογήσεως στα σχολεία. Στο έργο αυτό επιστρατεύτηκαν καταρτισμένοι ιερείς, επιλεγμένοι με αυστηρότατα κριτήρια και επιμορφωμένοι σε ειδικά σεμινάρια, για αποτελεσματικότερη προσέγγιση της νεανικής ψυχοσύνθεσης.

Έχοντας ασχοληθεί προσωπικά με το θέμα, καταγράφω την εξαιρετική συνεργασία με την εκπαιδευτική κοινότητα, η οποία, αδιαφορώντας για ιδεολογικές αγκυλώσεις και ανάλογες μεμονωμένες αντιδράσεις, αναγνώριζε, πάντα από εμπειρία, την ευεργετική επίδραση αυτής της διαδικασίας στις παιδικές και εφηβικές ψυχές. Και όλα αυτά, πάντα με απόλυτο σεβασμό της ελεύθερης επιλογής, λεπτότητα και πνεύμα συνεργασίας.

Σε εποχές, που ο καταναλωτισμός είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, όπως από κάθε έλεγχο είχε ξεφύγει η μοναξιά και η έλλειψη επικοινωνίας, η Εξομολόγηση έδωσε τη δυνατότητα εξωτερίκευσης συναισθημάτων και προβλημάτων, προβληματισμού  για το νόημα της ζωής, διεξόδου στην εφηβική ορμή και τον πόθο ενός καλυτέρου κόσμου. Και δεν ήταν λίγες οι φορές, που ιερείς ήταν εκείνοι, που έδωσαν λύσεις σε περίπλοκες υπαρξιακές και οικογενειακές καταστάσεις.

 Όλη αυτή η προσπάθεια, αναγνωρισμένη από όλους, διεκόπη με μια απαγορευτική εγκύκλιο υπουργού με εκσυγχρονιστικό πνεύμα και ζήλο μιμήσεως Ευρωπαϊκών δεδομένων. Αλλά και υφυπουργός, με δεδηλωμένες πνευματικέ ανησυχίες και φήμη καλού πολιτικού, συνέβαλε τα μέγιστα προς αυτόν τον ...εκσυγχρονισμό.  

Η αντιφατική αυτή συμπεριφορά, ίσως και να δίνει την  εξήγηση των σημερινών αδιεξόδων. Το ίδιο Υπουργείο, που εμπιστεύεται την Εκκλησία να οργανώσει δράσεις ανακούφισης βιοποριστικών αναγκών, της απαγορεύει να ασχοληθεί με την άλλη πείνα, πείνα βαθύτερη και οδυνηρότερη, την πείνα της ψυχής. Αναγνωρίζει ως πρόβλημα τις λιποθυμίες από υποσιτισμό, αντιδρά όμως με αμηχανία, μάλλον αδιαφορία, για το πρόβλημα καχεκτικών νεανικών ψυχών, χωρίς όνειρα, χωρίς οράματα, χωρίς δυνατότητα εξόδου από το «εγώ», χωρίς απαντήσεις σε συγκλονιστικά ερωτήματα νοήματος ζωής, που συνταράσσουν καθημερινά την ύπαρξή τους.

Δημιουργούνται δομές αντιμετώπισης της σχολικής βίας, της χρήσης ουσιών, της οικολογικής αδιαφορίας, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Την ίδια ώρα, η πνευματική πείνα όλο και αυξάνεται. Το παράπονο για μια ζωή χωρίς νόημα μεταβάλλεται σε ανεξέλεγκτη οργή και η απουσία χώρων ζεστασιάς, πνευματικότητας και συλλογικής δράσης οδηγεί τα παιδιά μας στην περιθωριοποίηση και στον αθλητικό και πολιτικό οπαδισμό. Και όλα αυτά καταγράφονται στους τοίχους των πολύπαθων κτιρίων.

Μέχρι να αποφασίσουμε, ως κοινωνία, για το είδος των ανθρώπων που θέλουμε να διαμορφώσουμε, επιτήδειοι, με πρόσβαση σε κάθε κοινωνικό και εκπαιδευτικό χώρο,  θα εκμεταλλεύονται την ατολμία και την αντιφατικότητά μας και θα οδηγούν σε μονοπάτια εκμετάλλευσης συμφερόντων χρήματος και εξουσίας  ολόκληρες γενιές.

Και για τα προβλήματα αυτά, δεν αρκεί μια απλή εγκύκλιος. Χρειάζεται τόλμη και αρετή.

 

ΚΑΛΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ!

 

«Δημοκρατία», 13-9-2014