Μητροπολίτης
Ιγνάτιος

 

Σαν Σήμερα...

 

Σ.Σ.Κ.Βόλου "Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ"

 

«Περί των ιερών Εικόνων» - Του Αρχιμ. Δαμασκηνού Κιαμέτη

Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου, 2013

 

Ομιλία

Του Αρχιμ. Δαμασκηνού Κιαμέτη

Πρωτοσυγκέλλου

Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος

Στα Εγκαίνια Εκθέσεως Εικόνων και στην απονομή Πτυχίων στους αποφοίτους της Σχολής Αγιογραφίας «Διά Χειρός»

Πολιτιστικό Κέντρο Νέας Ιωνίας, 23/3/2013

 

Θέμα: «Περί των ιερών Εικόνων»

 

 

Σεβασμιώτατε,

Σεβαστοί Πατέρες,

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί.

 

Τήν λαμπρή αὐτή ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει πανηγυρικά τήν ἀναστήλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων· αὐτό τό εὐλογημένο ἑσπέρας, πού ἀντηχεῖ ἀπό τόν ἐπινίκιο παιᾶνα τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας καί τά πάντα λούζονται στό ζωηφόρο φῶς τοῦ ἀληθινοῦ νοήματος τῆς Χριστιανικῆς λύτρωσης· σήμερα πού ὅλοι μαζί, Ἐπίσκοπος καί λαός, ποιμένες καί ποιμαινόμενοι, συνθέτουμε τήν εἰκόνα τοῦ ἐπιγείου παραδείσου, μέ ἑνότητα καί ἀγάπη, μέ ὀρθή πίστη καί σύστοιχη πράξη· σήμερα, λοιπόν, ὄχι ἀπό ἀγαθή τύχη ἀλλά ἀπό θεία ἔμπνευση, ὁ Διευθυντής καί οἱ Καθηγητές τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας ἀποφάσισαν νά πραγματοποιηθεῖ ἡ παροῦσα σεμνή καί λιτή, καί ταυτόχρονα μεγαλόπρεπη καί πανηγυρική τελετή: ἡ ἐπίδοση, δηλαδή, ἀπό τόν σεπτό Ποιμενάρχη μας τῶν πτυχίων στούς ἀποφοίτους σπουδαστές τῆς ἐπονομαζομένης «Διά χειρός» Σχολῆς Βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας τῆς  Ἱ. Μητροπόλεώς μας.

Καί ἄν ὁ λόγος περί τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων εἶναι σήμερα ἐπίκαιρος καί ἐναρμονισμένος μέ τή θεόπνευστη ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ἀναγκαῖο νά καταθέσουμε ἀνάλογες μέ τήν ἑορτή σκέψεις, τούτη τήν ὥρα πού οἱ μελλοντικοί ἁγιογράφοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Δημητριάδος, ἀφοῦ ὁλοκλήρωσαν τίς σπουδές τους, ἔχοντας διδαχθεῖ νά ὑπηρετοῦν μέ φόβο Θεοῦ τήν ἱερά ἐκκλησιαστική τέχνη τῆς ἁγιογραφίας, ἐντός ὀλίγου θά παραλάβουν τόν ἔπαινο τοῦ κόπου τους, τήν ἀνταμοιβή τῆς ἐργασίας τους, ἀλλά καί τήν ἀπόδειξη τῆς μεγάλης εὐθύνης πού θά ἔχουν ὡς φορεῖς τῆς μακρᾶς παραδόσεως τῆς Βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας, ἀλλά καί ὡς ἄξιοι συνεχιστές καί ἐκφραστές αὐτῆς τῆς παραδόσεως στήν ἐποχή μας.

Ἔτσι, λοιπόν, ἀπόψε ἵσταμαι ἐνώπιόν σας, γιά νά καταθέσω, μέ τήν παρότρυνση τοῦ Αἰδεσιμολογιωτάτου Διευθυντοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας, λόγο ἐπίκαιρο αὐτήν τήν ὥρα. Καί ἄν ὁ προστάτης μου Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στό προοίμιο τοῦ Ἀπολογητικοῦ του Λόγου πρός ἐκείνους πού κατηγοροῦσαν τίς Ἅγιες Εἰκόνες, ἔγραφε: «Θά ἔπρεπε βέβαια ἐμεῖς, συναισθανόμενοι τήν ἀναξιότητά μας, νά σιωποῦμε καί νά ἐξομογούμαστε στόν Θεό τίς ἁμαρτίες μας», πόσο μᾶλλον ἐγώ θά ἔπρεπε νά ἐπιλέξω ἤ τήν ὁδό τῆς ἀρνήσεως ἤ τήν ἀπόφαση τῆς σιωπῆς. Τολμῶ, ὅμως, κατά τήν πανεπίσημη αὐτή ἡμέρα νά ὁμιλήσω, ὄχι στηριζόμενος στίς δικές μου ἀνύπαρκτες δυνάμεις, ἀλλά στήν ἔνθεη τοῦ Ἁγίου μου σοφία καί στή δογματική Του διδασκαλία περί τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων. Σέ Ἐκεῖνον θά στηριχθῶ, σέ Ἐκεῖνον θά ἀναφέρομαι, προσπαθώντας τήν ἱστορία τῶν γεγονότων νά παρουσιάσω, τήν θεολογία τῶν πραγμάτων νά ἀναδείξω, τόν σύγχρονο προβληματισμό νά μοιρασθῶ μαζί σας.

 

Α. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Τό πλῆθος τῶν αἰρέσεων πού κλυδώνισε τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας ἀπό πολύ νωρίς, δέν εἶχε μόνο ἀρνητικές ἐπιπτώσεις, οἱ ὁποῖες ἄλλωστε μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ θεραπεύθηκαν, ἀλλά ἔδωσε τή μοναδική εὐκαιρία στήν Ἐκκλησία, διά τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι συνεκρότησαν τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, νά ἀποφασίσει συνοδικῶς καί νά διατυπώσει σαφέστατα καί διαχρονικά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἀπαλλαγμένη ἀπό τίς ἀλλοιώσεις τῶν αἰρέσεων.

Τόν 8ο καί τόν 9ο μ. Χ. αἰῶνα ἐπεκτάθηκαν οἱ διαμάχες πού ἀφοροῦσαν στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πάλη ἐπικεντρώθηκε στίς Ἱερές Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων, τίς ὁποῖες τιμοῦσαν οἱ πιστοί εἴτε στή δημόσια λατρεία στούς Ἱ. Ναούς, εἴτε στήν προσωπική τους προσευχή στίς οἰκίες τους. Μέ τήν παρότρυνση τῆς τότε αὐτοκρατορικῆς ἐξουσίας, σύντομα τό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας χωρίσθηκε σέ δύο ἀντίπαλες μερίδες: Ἀπό τή μιά «οἱ εἰκονομάχοι, πού ὑποψιάζονταν ὡς εἰδωλολατρική κάθε θρησκευτική τέχνη πού παρίστανε ἀνθρώπους ἤ τόν Θεό» καί «ἀπαιτοῦσαν τήν καταστροφή τῶν εἰκόνων», ἀπό τήν ἄλλη «οἱ εἰκονολάτρες», πού ὑπερασπίζονταν μέ ζέση τή θέση τῶν εἰκόνων στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Σίγουρα ὁ ἀγῶνας δέν ἦταν ἁπλός· μιά σύγκρουση καί μόνο διαφορετικῶν ἀντιλήψεων γιά τή χριστιανική τέχνη, ἀλλά κάτι βαθύτερο: ὁ χαρακτήρας τῆς ἀνθρώπινης φύσης τοῦ Χριστοῦ, ἡ χριστιανική στάση ἀπέναντι στήν ὕλη, τό ἀληθινό νόημα τῆς λύτρωσης τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ἀπόφαση τοῦ μουσουλμάνου Χαλίφη Γιεζίντ γιά τήν ἀπομάκρυνση τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἀπό τήν ἐπικράτειά του, ὁπωσδήποτε θά ἐπηρέασε τούς εἰκονομάχους, οἱ ὁποῖοι διατηροῦσαν ἐξωτερικές ἐπιδράσεις καί ἀπό τούς Ἰουδαίους. Ἡ εἰκονομαχία, ὡστόσο, δέν εἰσῆλθε ἀπ᾿ ἔξω, ἀλλά ἐκ τῶν ἔσω γεννήθηκε μέσα στόν Χριστιανισμό, ὡς μία «πουριτανική» ἄποψη, πού καταδίκαζε τίς εἰκόνες, ἐπειδή διέβλεπε μιά λανθασμένη εἰδωλολατρία.

120 χρόνια διήρκεσε ἡ Εἰκονομαχία καί χωρίζεται σέ δύο περιόδους. Στήν πρώτη, ὁ Λέων ὁ Γ' ξεκίνησε τόν πόλεμο κατά τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων καί τόν διωγμό κατά τῶν εἰκονοφίλων τό 726 μ.Χ., ἐνῶ τό 780 μ.Χ. ἡ Αὐτοκράτειρα Εἰρήνη τόν τερμάτισε, συγκαλώντας τήν Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδο στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ἡ Σύνοδος αὐτή ἀποφάνθηκε ὅτι οἱ Ἱερές Εἰκόνες πρέπει νά τιμῶνται μέ τόν τιμητικό σεβασμό πού ἀποδίδεται καί σέ ἄλλα ὑλικά σύμβολα, ὅπως ὁ Τίμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου καί τό ἱερό Εὐαγγέλιο.

Ἡ δεύτερη περίοδος τῆς Εἰκονομαχίας ἄρχισε μέ τόν Λέοντα Ε' τόν Ἀρμένιο τό 815 μ.Χ. καί διήρκεσε ἕως τό 843 μ.Χ., ὁπότε οἱ ἱερές Εἰκόνες ἀποκαταστάθηκαν πάλι, ὁριστικά αὐτή τή φορά, ἀπό τήν Αὐτοκράτειρα Ἁγία Θεοδώρα. Αὐτή ἡ τελευταία νίκη, γνωστή ὡς «Θρίαμβος τῆς Ὀρθοδοξίας», ἑορτάζεται μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα τήν πρώτη Κυριακή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.

Πρωταγωνιστές στή μάχη ὑπέρ τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων ὑπῆρξαν, στήν μέν πρώτη περίοδο ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στήν δέ δεύτερη ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Ὁ πρῶτος εἶχε μεγαλύτερη ἐλευθερία στό ἔργο του, ἐφόσον κατοικοῦσε σέ μουσουλμανική περιοχή, στή Δαμασκό, μακριά ἀπό τήν ἐπιρροή τοῦ βυζαντινοῦ κράτους. Δέν ἦταν ἡ μόνη φορά πού τό Ἰσλάμ, ἄθελά του βέβαια, ἐνεργοῦσε ὡς προστάτης τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἀφοῦ παραθέσαμε ἐν συντομίᾳ τά ἱστορικά στοιχεῖα τοῦ θέματός μας, θά ἐξετάσουμε στή συνέχεια τήν κατηγορία περί εἰδωλολατρίας, πού ἐξετόξευσαν οἱ Εἰκονομάχοι κατά τῶν εἰκονοφίλων, κατόπιν δέ, θά ἀναδείξουμε τή θετική ἀξία τῆς εἰκόνας ὡς βοηθητικοῦ στοιχείου στόν πνευματικό μας ἀγῶνα καί τέλος τήν δογματική της σημασία.

 

Α. Ἡ προσκύνηση τῶν ἱερῶν Εἰκόνων δέν ἀποτελεῖ ἔκφραση εἰδωλολατρίας.

Ὅταν ὁ πιστός ἀσπάζεται τίς ἱερές Εἰκόνες καί κλίνει γόνυ ψυχῆς καί σώματος ἐνώπιόν τους, δέν εἶναι εἰδωλαλάτρης, διότι ἡ εἰκόνα δέν εἶναι εἴδωλο ἀλλά σύμβολο. Δέν προσκυνεῖ τό ὑλικό ἀπό τό ὁποῖο εἶναι αὐτή κατασκευασμένη, τό ξύλο, τήν πέτρα, τά χρώματα, τό χρυσό ἤ τό ἀσήμι τῆς διακόσμησής της, ἀλλά τό πρόσωπο πού εἰκονίζεται σέ αὐτή.

«Δέν προσκυνῶ τήν κτίση ἀντί γιά τόν Κτίστη, ἀλλά προσκυνῶ τόν Κτίστη, πού κτίσθηκε κατά τήν ἀνθρώπινη φύση καί κατέβηκε στήν κτίση, χωρίς νά μειωθεῖ καί νά ἀλλοιωθεῖ, γιά νά δοξάσει τή δική μου φύση καί νά μέ κάνει κοινωνό τῆς θείας φύσεως», ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.

Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Λεόντιος Νεαπόλεως, εἶχε τονίσει λίγο πρίν ἀπό τό ξέσπασμα τῆς Εἰκονομαχίας: «Δέν ὑποκλινόμαστε στή φύση τῶν ξύλων, ἀλλά ὑποκλινόμαστε καί σεβόμαστε Αὐτόν πού ἀνέβηκε στόν Σταυρό. Ὅταν οἱ δύο κεραῖες τοῦ Σταυροῦ ἑνώνονται, τότε προσκυνῶ τό σχῆμα, ἐξαιτίας τοῦ Χριστοῦ πού σταυρώθηκε στόν Σταυρό, ἐνῶ ἄν οἱ κεραῖες ἀποσυνδεθοῦν καί χάσουν τό σχῆμα τους, τίς πετάω τότε καί τίς καίω».

Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὑπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ τῆς σχετικῆς τιμῆς πού ἀποδίδεται στά ὑλικά σύμβολα καί στή λατρεία πού ὀφείλεται μόνο στόν Θεό. Διδάσκει διαχρονικά ὁ ἱερός Πατήρ: «Στά παλιά τά χρόνια ὁ Θεός, ὁ Ἀσώματος καί Ἀσχημάτιστος, δέν εἰκονιζόταν καθόλου. Τώρα, ὅμως, ἐπειδή ὁ Θεός φανερώθηκε μέ σάρκα καί ἐπικοινώνησε μέ τούς ἀνθρώπους, ἀπεικονίζω τό ὁρατό τοῦ Θεοῦ. Δέν προσκυνῶ τήν ὕλη, προσκυνῶ, ὅμως, τόν Δημιουργό τῆς ὕλης, Αὐτόν πού ἔγινε ὕλη γιά μένα καί καταδέχθηκε νά κατοικήσει μέσα στήν ὕλη καί πραγματοποίησε τή σωτηρία μου μέσῳ τῆς ὕλης, καί δέν θά πάψω νά σέβομαι τήν ὕλη, μέ τήν ὁποία πραγματοποιήθηκε ἡ σωτηρία μου».

 

Β. Οἱ Εἰκόνες ὡς τμῆμα τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἅγιος Λεόντιος διδάσκει ὅτι οἱ Ἱερές Εἰκόνες εἶναι «βίβλοι ἀνεωγμέναι πρός ἀνάμνησιν Θεοῦ», εἶναι τό μέσον πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία γιά νά μᾶς διδάξει τήν πίστη. Ὁ ἁγιογράφος διδάσκει μέ τό δημιούργημα τοῦ χρωστήρα του. Ἡ εἰκόνα ἀπό μόνη της ὁμιλεῖ. Τά πάντα στήν εἰκόνα, τό πρόσωπο, ἡ ἔκφραση, ἡ στάση τοῦ σώματος, τό φωτοστέφανο, τό χρῶμα τῶν ἐνδυμάτων, ἡ φύση καί τά κτίσματα ξεδιπλώνουν μπροστά στά μάτια τοῦ πιστοῦ ὅλα τά μυστήρια τῆς Πίστεώς μας.

Συμπληρώνει χαρακτηριστικά ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Καί ὅ,τι εἶναι ἀκριβῶς τό βιβλίο γιά ὅσους ξέρουν γράμματα, τό ἴδιο εἶναι γιά τούς ἀγραμμάτους ἡ εἰκόνα· καί ὅ,τι εἶναι γιά τήν ἀκοή ὁ λόγος, τό ἴδιο εἶναι γιά τήν ὅραση ἡ εἰκόνα». Καί συνεχίζει: «Τί ἀπό αὐτά εἶναι πιό φεγγοβόλο γιά νά ἀποδείξει ὅτι οἱ εἰκόνες εἶναι βιβλία γιά τούς ἀγραμμάτους καί κήρυκες ἀκατάπαυστοι τῆς τιμῆς τῶν Ἁγίων, πού μέ τήν ἄηχη φωνή τους διδάσκουν ἐκείνους πού τίς βλέπουν καί ἁγιάζουν τήν ὅρασή τους; Δέν ἔχω βιβλία, δέν ἔχω καιρό νά διαβάσω, μαθαίνω στό κοινό ἰατρεῖο τῶν ψυχῶν, στήν Ἐκκλησία, ἐνῶ μέ πνίγουν οἱ λογισμοί σάν ἀγκάθια· μέ τραβάει ἡ ὀμορφιά τῆς ζωγραφικῆς νά δῶ καί σάν λειμῶνας εὐχαριστεῖ τήν ὅρασή μου καί ἀσυναίσθητα βάζει μέσα στήν ψυχή μου τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Βλέπω τήν καρτερικότητα τοῦ μάρτυρα, τήν ἀνταπόδοση τῶν στεφανιῶν καί σάν φωτιά ἀνάβει ὁ ζῆλος καί ἡ προθυμία μου, καί πέφτοντας προσκυνῶ τόν Θεό μέσῳ τοῦ μάρτυρος καί κερδίζω τή σωτηρία».

 

Γ. Ἡ δογματική σημασία τῶν Εἰκόνων.

Ἐδῶ βρισκόμαστε στήν καρδιά τῆς εἰκονομαχικῆς διαμάχης. Οἱ εἰκονομάχοι καί οἱ εἰκονολάτρες συμφωνοῦσαν σέ ἕνα σημεῖο: «Δέν μποροῦμε νά παραστήσουμε τόν Θεό ὡς πρός τήν οὐράνια φύση του». «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε», κατά τόν Μαθητή τῆς Ἀγάπης Ἰωάννη τόν Θεολόγο. Οἱ εἰκονολάτρες ὅμως συνεχίζουν: ἐπειδή, ὅμως, «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν», εἶναι δυνατή μιά ἀναπαραστατική θρησκευτική τέχνη: ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεός «ἐπί τῆς γῆς ὤφθη καί τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη», ἐπειδή ἔγινε ἄνθρωπος καί πῆρε ἀνθρώπινη σάρκα, μποροῦν νά γίνουν ὑλικές εἰκόνες Του.

Τό καίριο αὐτό δογματικό θέμα φωτίζει μέ τόν θεολογικό του στοχασμό καί πάλι ὁ Δαμασκηνός Θεολόγος Ἰωάννης: «Γιατί δέν ἔγινε θεότητα ἡ φύση τῆς σάρκας, ἀλλά ὅπως ἀκριβῶς ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα χωρίς νά ὑποστεῖ τροποποίηση  καί παρέμεινε ὅ,τι ἦταν καί πρίν, ἔτσι καί ἡ σάρκα ἔγινε Λόγος, χωρίς νά χάσει αὐτό ἀκριβῶς πού εἶναι, ταυτιζομένη, βέβαια, μέ τόν Λόγο κατά τήν ὑπόσταση. Γι᾿ αὐτό παίρνω τό θάρρος καί εἰκονίζω τόν Ἀόρατο Θεό, ὄχι ὡς ἀόρατο, ἀλλά ὡς ὁρατό πού ἔγινε γιά μᾶς, προσλαμβάνοντας σάρκα καί αἷμα. Δέν εἰκονίζω τήν ἀόρατη Θεότητα, ἀλλά εἰκονίζω τή σάρκα τοῦ Θεοῦ, πού ἔγινε ὁρατή».

Αὐτό δέν μποροῦσαν νά συλλάβουν καί νά ἀποδεχθοῦν οἱ εἰκονομάχοι καί ἔτσι ἀπέρριπταν τό πραγματικό νόημα τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἔπεσαν, ὅπως τόσοι ἄλλοι πουριτανοί, σέ ἕνα εἶδος δυαρχίας. Θεωρώντας τήν ὕλη μολυσμένη, ἤθελαν μιά θρησκεία ἐλεύθερη ἀπό κάθε ἐπαφή μέ τό ὑλικό, ἐπειδή πίστευαν πώς ὅ,τι εἶναι πνευματικό δέν μπορεῖ νά εἶναι καί ὑλικό. Αὐτή ἡ θεώρηση, ὅμως, προδίδει τήν Σάρκωση, ἀφοῦ δέν παραχωρεῖ καμία θέση στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Ξεχνοῦν πώς «τό σῶμα καί ἡ ψυχή μαζί μποροῦν νά σωθοῦν καί νά μεταμορφωθοῦν», ὅπως τονίζει εὔστοχα ὁ Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ.

«Μήν κατηγορεῖς τήν ὕλη», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «δέν εἶναι ἄξια περιφρονήσεως»...«Ἀλλά τήν ὕλη μέ τήν ὁποία συνετελέσθη ἡ σωτηρία μου, τήν σέβομαι καί τήν ὑπολήπτομαι ὡς φορέα θείας ἐνέργειας καί χάριτος».

Ὁ Θεός θέωσε τήν ὕλη κάνοντάς την «πνευματοφόρο» καί, ὅπως ἡ σάρκα ἔγινε ὄχημα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔτσι, μέ διαφορετικό τρόπο βέβαια, μπορεῖ νά συμβεῖ καί μέ τά ὑλικά τῆς εἰκόνας, τό ξύλο καί τό χρῶμα.

Αὐτή τήν κορυφαία ἀλήθεια καί, ταυτόχρονα, δυναμική τῆς Βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας ἀναλύει ὁ Ρῶσος θεολόγος καί στοχαστής Νικόλαος Ζερώφ: «Οἱ εἰκόνες δέν ἦσαν γιά τούς Ρώσους, καί κατ᾿ ἐπέκταση γιά ὅλους τούς ὀρθοδόξους, ἁπλοί πίνακες. Ἧσαν δυναμικές φανερώσεις τῆς πνεματικῆς δυνατότητας τοῦ ἀνθρώπου νά λυτρώνει τή δημιουργία μέσῳ τοῦ κάλλους καί τῆς τέχνης. Τά χρώματα καί οἱ γραμμές τῶν εἰκόνων δέν μιμοῦνται ἁπλῶς τή φύση· σκοπός τοῦ καλλιτέχνη δέν ἦταν νά δείξει πῶς οἱ ἄνθρωποι, τά ζῶα, τά φυτά καί ὁλόκληρος ὁ κόσμος μποροῦσαν νά σωθοῦν ἀπό τήν παροῦσα κατάσταση ὑποβιβασμοῦ καί νά ἀποκατασταθοῦν ὡς πρός τήν εἰκόνα τους. Οἱ εἰκόνες ἦσαν ὑποσχέσεις τῆς μελλούσης νίκης τοῦ λυτρωμένου κόσμου πάνω στόν πεπτωκότα. Ἡ καλλιτεχνική τελειότητα μιᾶς εἰκόνας δέν ἦταν μόνο ἡ ἀντανάκλαση τῆς θείας δόξας, ἦταν ἕνα συγκεκριμένο παράδειγμα τοῦ πῶς ἀποκαθίσταται ἡ ὕλη στήν πρωταρχική ἁρμονία καί ὀμορφιά της, καί τοῦ πῶς λειτουργεῖ ὡς ὄχημα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ εἰκόνες ἦσαν τμήματα τοῦ μεταμορφωμένου κόσμου».

Ὡς ἐπισφράγισμα ὅλων τῶν παραπάνω, ἔρχεται ἡ πανηγυρική διακήρυξη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Ἡ εἰκόνα εἶναι ἕνα τραγούδι θριάμβου καί μιά ἀποκάλυψη, ἕνα διαρκές μνημεῖο στή νίκη τῶν
Ἁγίων καί στήν ἀτιμία τῶν δαιμόνων».

 

Ἀγαπητοί μου ἀπόφοιτοι τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας.

Ὅλα ὅσα ἀκούσατε δέν εἶναι μιά ἁπλή ἱστορική ἀνάμνηση, οὔτε ἀπαρίθμηση γεγονότων ἑνός ἐνδόξου παρελθόντος, ἀλλά ἡ ζωντανή παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, πού διδάσκει μέ τό παρελθόν της, στηρίζει στό ἀεί παρόν της καί νοηματοδοτεῖ τό μέλλον της.

Καί ἐσεῖς εἶσθε ἀπό τοῦδε καί στό ἑξῆς φορεῖς αὐτῆς τῆς παραδόσεως. Ἡ εὐθύνη σας εἶναι μεγάλη καί ἡ ἀποστολή σας ἱερή. Μή θάψετε τή ζωντανή αὐτή παράδοση, ἀλλά προσφέρετέ την μέσῳ τῆς ἱερῆς τέχνης σας στόν σύγχρονο κόσμο.

Ἀπό σήμερα θά φέρετε τόν τίτλο τοῦ ἁγιογράφου. Δέν εἶναι ὁ ὁρισμός ἑνός ἐπαγγέλματος, ἀλλά ἡ ἔκφραση μιᾶς ἐμπειρίας καί ἡ εὐθύνη μιᾶς ἀποστολῆς.

Ἀκούσατε πρίν ἀπό λίγο ὅτι ἁγιογραφώντας μιά εἰκόνα θά θεολογεῖτε, θά ἐκφράζετε τήν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας. Μή λησμονήσετε ποτέ αὐτή τήν διακονία, πού σᾶς ἀναθέτει σήμερα ὁ Ἐπίσκοπός σας. Ὅση εὐθύνη ἔχει ὁ θεολόγος πού συγγράφει γιά νά οἰκοδομήσει πνευματικά, ὁ ἱεροκήρυκας γιά νά λειτουργήσει κατηχητικά καί παρηγορητικά, ἄλλη τόση, ἴσως καί μεγαλύτερη, εἶναι ἡ δική σας εὐθύνη νά θεολογήσετε μέσα ἀπό τήν ἁγιογραφική σας προσφορά καί διακονία. Ἡ εἰκόνα πού ἐσεῖς θά φιλοτεχνήσετε θά παραμένει ὁρατή, θά διδάσκει ἐν σιγῇ, θά παρηγορεῖ, θά δέχεται τίς ἱκεσίες, τίς εὐχαριστίες, τήν ἀγωνία καί τόν πόνο τῶν ψυχῶν.

Γίνεσθε ἁγιογράφοι σέ μιά κρίσιμη γιά τήν Ἐκκλησία καί τήν ἑλληνική κοινωνία συγκυρία. Ὁ ἀκατήχητος στήν πλειοψηφία του λαός μας ἐλάχιστα γνωρίζει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, τήν Πατερική διδασκαλία, τήν ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Πολλές φορές θρησκεύει φανατικά καί πιστεύει ἐπιφανειακά, ἐπιλέγει τό εὔκολο θαῦμα τῆς μαγείας καί ἀρνεῖται τήν ὀμορφιά τῆς στενῆς ἀλλά χαροποιοῦ καί σωτήριας πνευματικῆς ὀρθόδοξης ζωῆς, μαγνητίζεται ἀπό τά ἐξωτερικά τελούμενα καί ἀδυνατεῖ νά εἰσέλθει στήν οὐσία καί στό βάθος τῶν μυστηρίων. Ἡ οἰκονομική κρίση, πού σήμερα χτυπᾶ τήν πατρίδα μας ἀδυσώπητα, ἐκεῖ ἔχει τήν αἰτία της· στό ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δέν συμβαδίζει μέ τήν ὀρθοπραξία στή ζωή τῶν σημερινῶν ὀρθοδόξων Ἑλλήνων.

Καί σεῖς ἀπό τό δικό σας μετερίζι, μέσα ἀπό τήν ἱερή σας τέχνη, ἔχετε χρέος νά ἀγωνισθεῖτε γιά τήν κατήχηση αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, καί μάλιστα τῆς νεότητος· ἑνός λαοῦ πού παρά τήν ὑπάρχουσα οἰκονομική δυσπραγία συνεχίζει νά ἐνισχύει τό ἅγιο ἔργο τῆς ἀνεγέρσεως καί τοῦ ἐξωραϊσμοῦ τῶν Ἱερῶν Ναῶν του. Καί εἶναι πράγματι θαῦμα πῶς στίς ἡμέρες μας συνεχίζεται ἡ ἁγιογράφηση Ἱ. Ναῶν, ἀλλά καί ἱερῶν εἰκόνων γιά προσωπική χρήση.

Σήμερα πού ἐλάχιστοι τρόποι καί χῶροι ἔχουν ἀπομείνει γιά νά ἀνακουφίζουν πνευματικά τόν κατάκοπο Νεοέλληνα, οἱ Ναοί καί οἱ εἰκόνες πού θά ἁγιογραφήσετε θά γίνονται ὁ ἐπίγειος Παράδεισος, ὅπου θά βρίσκουν οἱ ψυχές τήν εἰρήνη, τήν ἡσυχία, τόν Ἴδιο τόν Θεό πού θά φανερώνεται ὡς φῶς, ἀγάπη, ζωή καί ἐλπίδα.

Προσπαθεῖστε ἡ κάθε εἰκόνα πού θά ἁγιογραφεῖτε νά εἶναι μοναδική καί ἀνεπανάληπτη, ὅπως εἶναι καί ἡ ζωντανή εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος πού θά τήν παραλάβει. Μπροστά στή δική σας εἰκόνα θά προσευχηθεῖ, θά κλάψει, θά παρακαλέσει, θά δοξολογήσει τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, θά ἀνάψει τό καντήλι τῆς πίστης του, θά προσφέρει τό τάμα του καί τό θυμίαμα τῆς εὐγνωμοσύνης του. Μία ἀπό τίς δικές σας εἰκόνες μπορεῖ νά γίνει γιά κεῖνον τό καταφύγιο, ὅπου θά βρεῖ τή λύση στό πρόβλημά του, τήν διέξοδο στό ἀδιέξοδό του, τήν ἀπάντηση στά ὑπαρξιακά του ἐρωτήματα· μιά ἀπό τίς δικές σας εἰκόνες μπορεῖ κάποτε ἀκόμα καί νά θαυματουργήσει!

Γιά ὅλα τά παραπάνω, λοιπόν, ὀφείλετε πάντα νά μεριμνᾶτε, ὥστε αὐτό πού θά κινεῖ τό χέρι σας νά μήν εἶναι ἡ συνήθεια τῆς ἀντιγραφῆς ἀλλά ἡ ἔμπνευση τῆς πίστης. Οἱ δέ ἐπιλογές σας νά μήν εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐμπορικῆς διαπραγμάτευσης, ἀλλά ἀδιάκοπη λειτουργία ἑνός μυστηρίου. Φροντίστε ὥστε ἡ εἰκονογραφική σας δεξιότητα νά τροφοδοτεῖται ἀπό τήν ὑψηλή πνευματική σας κατάσταση. Ἡ πνευματική σας ζωή, ἡ λατρευτική σας ἐμπειρία, τό ἀγωνιστικό ὀρθόδοξο φρόνημά σας ὁπωσδήποτε θά θέσουν τή σφραγίδα τους πάνω τήν ἱερή σας τέχνη.

Ἀκόμα, μήν ξεχάσετε ποτέ ὅτι ὁ λαός μας διαθέτει ἄριστο πνευματικό κριτήριο, ἔστω καί ἄν φαίνεται ἀδιάφορος ἤ ἀκατατόπιστος. Γνωρίζει νά διακρίνει καί νά δέχεται τό αὐθεντικό καί τό ἀληθινό, καί νά ἀποδοκιμάζει τό ψέμα καί τήν ὑποκρισία. Ὅπως κρίνει διακριτικά ἐμᾶς τούς κληρικούς καί ἀντιλαμβάνεται ἀλάνθαστα ἐάν αὐτό πού διδάσκουμε εἶναι καί προσωπικό μας βίωμα, ἔτσι θά κρίνει καί ἐσᾶς, καί μάλιστα ἐάν ἀντιληφθεῖ ὅτι ἄλλα πιστεύετε καί πράττετε, καί ἄλλα ἁγιογραφεῖτε.

Τέλος, κάνετε ὑπομονή καί μήν δειλιᾶτε, ὅταν κάποιες φορές σᾶς προσβάλλουν λογισμοί ἀπογοήτευσης καί ἀμφιβολίας γιά τό ἄν ἡ τέχνη σας θά ἐπαρκέσει νά σᾶς ἐξασφαλίσει τά πρός τό ζῆν. Ὁ Ἐπίσκοπος καί ἡ ποιμαίνουσα Ἐκκλησία, ὅπως στό παρελθόν ἔτσι καί τώρα, θά πράξει ὅ,τι χρειάζεται γιά σᾶς, ὥστε νά ζεῖτε ἀξιοπρεπῶς καί νά ἀξιοποιεῖτε θεοφιλῶς τό τάλαντο πού σᾶς χάρισε ὁ Ἅγιος Θεός.

 

Σεβασμιώτατε, σεβαστοί Πατέρες, ἀγαπητοί μου ἁγιογράφοι.

Ὡς λαμπρή κατακλεῖδα τῶν δικῶν μου φτωχῶν λόγων ἐπέλεξα νά θέσω τά θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἱεροῦ μας Πατρός Βασιλείου τοῦ Μεγάλου:

«Σηκωθεῖτε τώρα, ἐξαίρετοί μου ζωγράφοι τῶν ἀθλητικῶν κατορθωμάτων καί μέ τίς τέχνες σας δῶστε μεγαλοπρέπεια στήν παραμορφωμένη εἰκόνα τοῦ στρατηγοῦ. Ἐπειδή ἐγώ περιέγραψα ἀμυδρά τόν στεφανωμένο μέ τή νίκη, δῶστε του ἐσεῖς τή λάμψη πού τοῦ πρέπει μέ τά χρώματα τῆς σοφίας σας. Θά ἀποχωρήσω ἐγώ ἡττημένος ἀπό τήν δική σας παράσταση τῶν κατορθωμάτων τοῦ μάρτυρα. Χαίρομαι πού σήμερα ἡττῶμαι ἀπό μιά τέτοια νίκη τῆς δικῆς σας δυνάμεως. Βλέπω ζωγραφισμένη ἀπό σᾶς μέ περισσότερη ἀκρίβεια τήν πάλη τῶν χεριῶν του μέ τή φωτιά. Βλέπω πιό φωτεινό τόν παλαιστή ζωγραφισμένο στή δική σας εἰκόνα. Ἄς κλάψουν οἱ δαίμονες καί τώρα, πού χάρη σέ σᾶς πλήττονται ἀπό τά ἀριστεῖα τοῦ μάρτυρος. Ἄς ἐπιδειχθεῖ καί πάλι σ᾿ αὐτούς τό χέρι πού καίεται καί νικᾶ. Ἄς ζωγραφισθεῖ στήν εἰκόνα καί ὁ Ἀγωνοθέτης τῆς πάλης Χριστός, στόν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα αἰώνια»!

 


Φωτογραφίες







ΤΟ ΕΡΓΟ ΣΥΓΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑ 80% ΑΠΟ ΤΟ ΕΤΠΑ KAI 20% ΑΠΟ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ