Ι.Ν. Αναλήψεως του Χριστού, Βόλου
Διεύθυνση: | Αναλήψεως-Γκλαβάνη |
Τηλέφωνο: | 24210-45325 |
Στήν περιοχή ὅπου σήμερα δεσπόζει ὁ μεγαλοπρεπής καί ἱστορικός ναός τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναλήψεως βρίσκονταν τό Κοιμητήριο τοῦ Βόλου, ὅπου μεταφέρθηκε ἀπό τήν ἀρχική του θέση τόν Ἄναυρο καί συγκεκριμένα στόν χῶρο ὅπου σήμερα βρίσκεται τό Νοσοκομεῖο.
Ἐκεῖ γύρω τό 1870 δέν ὑπῆρχαν παρά μόνο χέρσοι τόποι, μερικές ἀσβεσταριές καί ἐλάχιστα σπίτια.
Σιγά-σιγά ὅμως στήν περιοχή ἄρχισαν νά κτίζονται σπίτια περί τό 1881 τήν χρονιά τῆς προσάρτησης τῆς Θεσσαλίας στό ἑλληνικό κράτος. Ἐτσι ἀνέκυψε ἡ ἀνάγκη μεταφορᾶς τοῦ Κοιμητηρίου ὅπου ἔγινε τό 1883 στόν Ξηρόκαμπο τῆς Ν. Ἰωνίας. Οἱ κάτοικοι πού εἶχαν ἀρχίσει νά διαμένουν γύρω ἀπό τόν χῶρο τοῦ παλαιοῦ Κοιμητηρίου διαπίστωσαν τήν ἀνάγκη Ἐκκλησίας. Τό 1896 ὑπέβαλαν ἀναφορά πρός τό Δημοτικό Συμβούλιο γιά τήν ἀνέγερση Ἱεροῦ Ναοῦ.
Ὅμως τό Δημοτικό Συμβούλιο ἐάν καί συζήτησε τό θέμα στίς 9 Σεπτεμβρίου 1896 ἀνέλαβε τήν λήψη ἀποφάσεως. Τότε οἱ κάτοικοι χωρίς ἄδεια μετέτρεψαν σέ Ἐκκλησία τόν χῶρο ὅπου στεγάζονταν ἡ νεκροφόρα ἄμαξα τοῦ Δήμου, μέ μόλις ἐμβαδό 24 τετραγωνικά μέτρα.
Τά ἐγκαίνια τῆς μικρῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας ἔγιναν στίς 21 Δεκεμβρίου 1896 ἡμέρα Σάββατο μέ τήν πρώτη Θεία Λειτουργία. Οἱ κάτοικοι τῆς μικρῆς τότε συνοικίας ἀφιέρωσαν τήν Ἐκκλησία στήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ προφορική παράδοση μᾶς διασώζει ὅτι ἕνα ὄνειρο ἑνός σιδηροδρομικοῦ Στεφανάρα συνετέλεσε νά ἀφιερωθεῖ ἡ Ἐκκλησία στήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτός ἀφηγήθηκε ὅτι εἶδε στό ὄνειρό του μέσα στό χῶρο τοῦ γκαράζ γιά τά ἀμάξια καί τήν νεκροφόρα, ἕνα καντήλι μέ τήν εἰκόνα τῆς Ἀναλήψεως. Ὁ πρῶτος ναός στεγάστηκε ὅπως εἴπαμε στό παράπηγμα τοῦ ἀμαξοστασίου. Ἀργότερα ἡ συνοικία πήρε τό ὄνομα ἀπό τήν ὁμώνυμη Ἐκκλησία καί καθιερώθηκε μέχρι σήμερα τό «Ἀνάληψη».
Ἀπό τό Ἀπρίλιο τοῦ 1897 ὡς τόν Μάη τοῦ 1898 μεσολάβησε ἡ Τουρκική κατοχή τοῦ Βόλου. Στήν συνέχεια ὁ Δῆμος ἀνασυγκροτεῖται καί ἀσχολεῖται καί μέ τίς ἐκκλησίες. Στίς 17 Αὐγούστου 1898 ἔχουμε τόν διορισμό Ἐκκλησιαστικῶν Ἐπιτρόπων πού ὅπως ἀναφέρει τό πρακτικό «ἀνεγερθέντος» ἄνευ τῶν νομίμων διατυπώσεων. Στίς 31 Ἰανουαρίου 1899 ἡμέρα Κυριακή γίνεται ἡ ἐπίσημη τελετή τῆς θεμελίωσης μεγάλου πετρόκτιστου ναοῦ.
Ὁ Δῆμος γίνεται ἀρωγός στήν προσπάθεια ἀνεγέρσεως τοῦ ναοῦ μέ διάθεση διαφόρων χρηματικῶν ποσῶν καί ἀγορά παρά πλησίου οἰκοπέδου. Εἴκοσι ὅμως χρόνια ἀργότερα στούς σεισμούς τοῦ Ἀπριλίου 1955 ἡ Ἀνάληψη δέχεται ἀνεπανόρθωτο πλῆγμα.
Ὁ ναός κατεδαφίσθηκε καί γιά πολλά χρόνια ἡ ἐκκλησία στεγάζεται σέ παράπηγμα ἕως τό 1975. Ἡ τελετή θεμελίωσις τοῦ νέου σημερινοῦ μεγαλοπρεπῶς ναοῦ ἔγινε στίς 6 Ἰουνίου 1962 ἀπό τόν Μητροπολίτην κυρόν Δαμασκηνόν. Τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως καί μετά τό πέρας τοῦ Ἑσπερινοῦ ὁ Μητροπολίτης ἐθεσε τό θεμέλιο λίθο μέ τήν παρουσία ὅλων τῶν ἀρχῶν τῆς πόλεως ἡ κατασκευή τοῦ Ναοῦ διήρκησε δεκαπέντε περίπου χρόνια. Τά θυρανοίξια τελέσθηκαν τό 1975 χωρίς ὅμως νά ἔχουν ὁλοκληρωθεῖ οἱ ἐργασίες. Τό σχέδιο εἶχε καταρτήσει ὁ ἀρχιτέκτονας Κωνσταντῖνος Σταμάτης καί ἐπβλέπων ἦταν ὁ Γ. Πολυκάρπου, ἐνῶ πρωτομάστορας ὁ Δ. Κουφογιάννης. Ὁ νέος ναός ἔχει σχῆμα τρίκλιτη Βασιλική μέ τρούλλο καί ἡ ἐπιφάνειά του φτάνει τά 750 τ.μ.
Τήν 1η Ὀκτωβρίου 2000 πραγματοποιήθηκαν τά ἐγκαίνια τοῦ Ἱ.Ναοῦ, ἀπό τόν Μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Κυρό Χριστόδουλο.