Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος στον «Ε.Κ.» από τη Μεγάλη Σύνοδο για τη Σύνοδο
ΤΟΥ ΘΕΌΔΩΡΟΥ ΚΑΛΜΟΎΚΟΥ
ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, ο οποίος συμμετέχει στη Μεγάλη Σύνοδο ως μέλος της αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος, με συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα», αναφέρεται στο κλίμα που επικρατεί, τη θεματολογία, την απουσία των τεσσάρων Εκκλησιών, τη δήλωση του Πατριάρχη για τις Νέες Χώρες και πολλά άλλα.
Ο Μητροπολίτης κ. Ιγνάτιος είναι εκ των πλέον επιφανών, λογίων και δραστήριων ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ξεκίνησε την περιγραφή του για τη Σύνοδο, λέγοντας πως «αυτό που ονομάζουμε Αγιοπνευματική ατμόσφαιρα έχει πλήρη δικαίωση στη Σύνοδο που βιώνουμε όλοι αυτές τις ημέρες στην Κρήτη. Είχαν αναφερθεί πολλά εκ των προτέρων, σε όλους μας υπήρχε μία αγωνία μέσα σε εισαγωγικά για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, αλλά από την ημέρα της Πεντηκοστής από τη Θεία Λειτουργία των Προκαθημένων, από την ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου, ο οποίος εκείνη την ημέρα ουσιαστικά ανέδειξε το Συνοδικό σύστημα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Είπε εκτός κειμένου την περίφημη φράση «στην Ανατολή δεν έχομε Πάπα», δημιούργησε όλο το κλίμα που ζούμε μέσα στην αίθουσα της Συνόδου όπου με απόλυτη ελευθερία ο λόγος δίνεται σε όλους στους Προκαθημένους, αλλά και στους αρχιερείς μέλη της Συνόδου.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος με εξαιρετική εμπειρία, σύνεση, πραότητα και ηρεμία διευθύνει τις συζητήσεις και την εξέλιξη των θεμάτων με αποτέλεσμα ειλικρινά να νιώθουμε όλοι ότι ζούμε σε μία μοναδική στιγμή που σφραγίζει τη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον 21ο αιώνα».
Αναφερθείς στη δήλωση του Οικουμενικού Πατριάρχη για τις Νέες Χώρες ότι δεν τίθεται θέμα αυτονόμησής τους, ο Μητροπολίτης κ. Ιγνάτιος είπε: «όπως ξέρετε καλά τον τελευταίο καιρό υπήρχαν κάποιες σκιές και σύννεφα, θα τολμήσω να πω μία καχυποψία που είχε δημιουργηθεί, όμως αμέσως μόλις τέθηκε το θέμα ο Οικουμενικός Πατριάρχης χωρίς να αφήσει να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση μίλησε τόσο καθαρά και τόσο έντιμα θα έλεγα όπως τους αρμόζει εξ' άλλου, ώστε αμέσως τα πράγματα τέθηκαν στη θέση τους, απερρίφθη κάθε ιδέα ή οποιαδήποτε υποψία ότι θα μπορούσε ποτέ το περί Αυτονόμου κείμενο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για τις Μητροπόλεις στη Βόρειο Ελλάδα, τις λεγόμενες Νέες Χώρες και βεβαίως επανέλαβε το καθεστώς που υφίσταται που όλοι το αναγνωρίζουμε και ο καθένας συμβάλλει στο να το λειτουργούμε σωστά έστω κι αν μερικές φορές παρουσιάζονται διάφορα μικρά νέφη, αλλά αυτά ξεπερνιούνται μέσα από το κλίμα εμπιστοσύνης που ήδη οικοδομήθηκε πλέον και οικοδομείται αυτές τις μέρες στην Κρήτη».
Οταν τον ρωτήσαμε πώς ερμηνεύει τη δημιουργία καχυποψίας από μέρους κάποιων φονταμενταλιστικών ατόμων ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβάνονται και κάποιοι ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, ιερείς και λαϊκοί θεολόγοι, είπε, πως «αυτό που θέλω να σημειώσω όμως και το έχετε διαπιστώσει κι εσείς είναι ότι η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος παρόλο ότι φαινόταν και υπήρχαν ίσως φαινόμενα που θα μπορούσε η θεματολογία της Μεγάλης Συνόδου να οδηγήσει σε μία αντιπαράθεση ακόμα και διαχωρισμό ή πολλώ μάλλον και διχασμό, εν τούτοις στην τελευταία Ιεραρχία που επεξεργασθήκαμε όλα τα κείμενα είμαστε όλοι ομονοούντες, είχαμε όλοι φέρει το συνοδικό σύστημα σε ένα υψηλό επίπεδο με διαλόγους, με θέσεις, με απόψεις και τελικά η Εκκλησία της Ελλάδος έκανε τις πιο ουσιαστικές αν θέλετε παρατηρήσεις εφ' όλης της ύλης, η Ιεραρχία της ήταν και είναι απόλυτα ενωμένη. Η αντιπροσωπεία της εδώ υπό τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο, ο ρόλος του οποίου είναι πολύ σημαντικός σ' αυτή την ενότητα και καθοριστικός αν θέλετε στις εξελίξεις και στις σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο».
Σχολιάζοντας για τις φονταμενταλιστικές φωνές είπε ότι «απομονώνονται ή τουλάχιστον πείθονται τελικά οι ιεράρχες για το πώς έχουν τα πράγματα και πιστεύω ακλόνητα πως με τις εργασίες της Μεγάλης Συνόδου και με το μήνυμα που θα εκπέμψει προς όλο τον κόσμο και κυρίως προς την Ορθοδοξία και τους πιστούς της θα διασκεδαστεί κάθε αρνητική σκέψη» και συμπλήρωσε «νομίζω ότι οι Κασσάνδρες πλέον δεν υφίστανται και έχουν πάρει πολλές απαντήσεις κι είμαι βέβαιος πως μέχρι το τέλος που εκκρεμούν τυχόν σε μερικούς».
Στην ερώτηση πώς σχολιάζει την αποχή των τεσσάρων Πατριαρχείων Αντιοχείας, Βουλγαρίας, Μόσχας και Γεωργίας, είπε: «νομίζω ότι έχουν λεχθεί πολλά γι' αυτό το θέμα, είχαμε προαισθανθεί όσοι συμμετείχαμε στις προσυνοδικές προπαρασκευαστικές επιτροπές ότι η εμμονή στην ομοφωνία, η προσπάθεια να διασφαλισθεί ότι δεν θα πρέπει να λείπει απολύτως καμία Εκκλησία και γενικότερα η στάση έδειχνε ότι υπήρχαν δεύτερες και τρίτες σκέψεις οι οποίες όμως στην κάθε περίπτωση έχουν ξεχωριστό περιεχόμενο. Η συγκυρία θέλω να πιστεύω ότι έφερε να έχομε το αποτέλεσμα των τεσσάρων Εκκλησιών, αλλά όπως βλέπετε η Ορθοδοξία αποφασισμένα προχωρεί μέσα στον 21ο αιώνα, σφραγίζει με την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο τούτη την περίοδο, κλείνει τη θεματολογία η οποία εκκρεμούσε εδώ και σαράντα και περισσότερα χρόνια και άρα έπρεπε να ολοκληρώσουμε για να προχωρήσουμε στα θέματα που είναι ίσως ακόμα πιο ουσιαστικά και μας περιμένουν στο μέλλον και βεβαίως αποκτούμε πλέον την εμπειρία». Πρόσθεσε πως «η πρόταση που φαίνεται να υπάρχει και που κατέθεσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι η επόμενη Σύνοδος να μην καθυστερήσει πέρα από δέκα χρόνια».
Οταν τον ρωτήσαμε «πάνω και πέρα από τις προσχηματικές αιτιάσεις που επικαλέσθηκε το Πατριαρχείο της Μόσχας, θα είχατε δυσκολία να παραδεχθείτε ότι είναι μία νοοτροπία και αντιληπτική ανατρεπτική της σημερινής κατάστασης με εκκλησιαστικές ιμπεριαλιστικές προθέσεις;», απάντησε: «Οποτε δυστυχώς η Εκκλησία ταυτίστηκε με κοσμικά καθεστώτα πάντοτε αποδυνάμωσε την Ορθόδοξη μαρτυρία και παρουσία. Ας είμαστε ειλικρινείς δυστυχώς εμείς οι Ορθόδοξοι και οι Εκκλησίες μας φέρουν τον σταυρό των Εθνικών Εκκλησιών και ακολουθούν τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Ισως αυτό που συνέβη ήταν για να δούμε την πραγματικότητά μας και να εντείνουμε την προσοχή μας και τις προσευχές μας για την ουσιαστική ενότητα και μαρτυρία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο. Ολα θα καταλογιστούν από την ιστορία και βεβαίως ο καθένας θα έχει να κάνει με την στάση τους σ' αυτές στις περιπτώσεις».
Στην ερώτηση αν η αποχή αυτών των τεσσάρων σημαίνει τίποτε για τις αποφάσεις της Συνόδου και την εφαρμογή τους, τόνισε: «και οι απουσιάζουσες Εκκλησίες παρεκτός της Γεωργίας που δεν υπέγραψε το κείμενο περί γάμου και των κωλυμάτων του, έχουν προσυπογράψει και οι Προκαθήμενοι και οι αντιπρόσωποι τους όλα τα κείμενα σε όλες τις προσυνοδικές και προπαρασκευαστικές επιτροπές. Είναι κείμενα που είχαν προετοιμαστεί και από τις 14 Ορθόδοξες Εκκλησίες, πιστεύω ότι μετά από την εξέλιξη και το τέλος της Μεγάλης Συνόδου δεν θα έχουν κανένα λόγο να αρνηθούν. Εξάλλου δεν έχουν μέσα τα κείμενα αποφάσεις αλλαγής της ζωής της Ορθοδόξου Εκκλησίας».